Βιογραφικό

Χριστόφορος Χριστοφορίδης



|
Ο Χριστόφορος Κων/νου Χριστοφορίδης γεννήθηκε στο χωριό Κουνάκα της Ματσούκας του Πόντου το 1905 και πέθανε στο χωριό Τετράλοφος Κοζάνης το 2001. Γονείς του, ο Κωνσταντίνος με το παρατσούκλι «Σαχπεντέρτς» και η Ελένη το γένος Χαράλαμπου Σεμερτσ̌ή, από την Κουνάκα.
Κατά την ανώμαλη περίοδο, μετά το 1916, έχασε τον πατέρα και τα τρία μικρότερα αδέλφια του.
Με την ανταλλαγή των πληθυσμών, το 1923, ήρθε στην Ελλάδα, όπου αρχικά εγκαθίσταται στην Ξηρολίμνη Κοζάνης ενώ αργότερα παντρεύεται την Ειρήνη το γένος Νικολάου Αλεξίδη, από το Καπίκιοϊν της Ματσούκας και αποκαθίσταται γεωργικά στο χωριό Τετράλοφος Κοζάνης.
Ο «Στοφόρον» μέχρι τα βαθιά γεράματά του διατήρησε ανόθευτη την παράδοση, όπως την έζησε μέχρι τα 18 του χρόνια στην γενέτειρά του.
Άριστος χορευτής όλων των χορών που χόρευαν στη Ματσούκα και ιδιαίτερα της «Σέρας», ακόμη και στα μετά τα 90 του χρόνια, οι βηματισμοί του και οι ρυθμικές κινήσεις του κορμιού του ακολουθούσαν το ρυθμό που είχαν στα 18 του χρόνια. Τίποτε δεν προστέθηκε, ούτε αφαιρέθηκε. Αυθεντικός σε κάθε έκφανση της ποντιακής παράδοσης, τη μελωδικότητα της ομιλίας του, το τραγούδι, τη χειλιαύριν, τη ζουρνά, το χορό. Πρότυπο για δεκαετίες
«...αέτσ’ έλεεν ατο ο Στοφόρον, αέτσ’ εποίνεν το τσάκωμαν…».
Εκτός από καλλιτεχνικό ταλέντο, όμως, είχε και το χάρισμα να είναι γνήσιος εκφραστής του αρχέγονου θυμοσοφικού πνεύματος. Κάθε κουβέντα του ήταν μεστή. Καμία λέξη δεν ήταν περιττή στο λόγο του. Ο Στοφόρον είχε την ικανότητα να συνεπάρει τον ακροατή του, κάνοντάς τον να γελάσει, να συλλογιστεί, να συγκλονιστεί, να διδαχθεί και σίγουρα να μεταδώσει αυτά που άκουσε:
«…ση Ματσούκαν όνταν εγυναίκιζες και ζουρνάν ’κ’ είχ̌ες σην χαρά σ’, η καρή σ’ εφήν’νε σε… αρ’ εσύ άμον ντο θέλτς έπαρ’ το…»
Στο τραγούδι ήταν το αηδόνι της Ματσούκας και μετέφερε εδώ στην Ελλάδα το παραδοσιακό τραγούδι - στίχους και σκοπούς- όπως αυτό είχε φωλιάσει και στεριώσει μέσα του. Και το διατήρησε σε όλη του τη ζωή καθαρό και ανόθευτο.
Ο ίδιος ο «Στοφόρον», ίσως αδιαφόρησε και δεν παρακινήθηκε και από κανέναν, να διασώσει με τα σύγχρονα μέσα καταγραφής το παραδοσιακό τραγούδι της Ματσούκας. Θαυμαστές του όμως, με ερασιτεχνικές καταγραφές, σε κασέτες, διέσωσαν τη φωνή του, τραγουδώντας σε γλέντια, σε πανηγύρια και σε χορούς, όπου καταγοήτευε και ενθουσίαζε τον κόσμο.
Περνώντας τα ενενήντα χρόνια, και μη χάνοντας ούτε για μια στιγμή την αίσθηση του αυτοσαρκασμού, έδινε κάθε χρόνο την υπόσχεση ότι στο επόμενο γλέντι θα είναι παρών
«...του χρόνου…εάν ζείτε, εγώ θ’ αναμένω σας, αδακά θα είμαι…».
Μια εβδομάδα πριν φύγει από τη ζωή, σε ηλικία 96 ετών, διαισθάνθηκε το θάνατό του και αναζητούσε μάταια συνοδοιπόρους στο άχαρο ταξίδι. Έγραψε το τελευταίο του δίστιχο και το έδωσε στην εγγονή του Ειρήνη με αυστηρή εντολή να το παραδώσει στον αδελφικό του φίλο Στάθη Ευσταθιάδη:
«Π’ επέθαναν εχάθανε, αδά κανείς ’κ’ επέμ’νεν
Εγώ πα λάσκουμαι αδακέσ’, εμέν κανείς ’κ’ ενέμ’νεν …!»
Albums/Singles (5)
Τραγούδια (46)