Ποντιακός Στίχος

Βιογραφικό

Γιώργος Κόρος
ΣυνθέτηςΒιολί

Γιώργος Κόρος

Ημερομηνία Γέννησης19 Μαρτίου 1923

Απεβίωσε8 Ιανουαρίου 2014

expand_content
Ο Γιώργος Κόρος γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1923 στους Ανδρωνιάνους Καρυστίας της Εύβοιας. Ο πατέρας του, Νικόλαος, ιεροψάλτης στο επάγγελμα, τον γαλούχησε με βυζαντινές μελωδίες και του μετέδωσε από μικρό παιδί τη γνώση της μουσικής «με κάθε ακρίβεια και λεπτομέρεια». Στο σπίτι υπήρχε ένα μαντολίνο -το πρώτο του μουσικό όργανο- από το οποίο ξεκίνησε να πειραματίζεται, ώσπου στα εννιά του απέκτησε το πρώτο του βιολί, τόσο μεγάλο για τα παιδικά του χέρια που δυσκολευόταν ακόμη και να το κρατήσει. Αυτοδίδακτος εξολοκλήρου, έμαθε να παίζει παρατηρώντας, ακούγοντας και μεταφέροντας στο βιολί τη λογική του μαντολίνου, με το ίδιο κούρδισμα (Μι, Λα, Ρε, Σολ). Όταν μια φορά η οικογένεια έφερε δάσκαλο να του δείξει, «έβαλα τα κλάματα· ντράπηκα ή φοβήθηκα, δεν ξέρω. Από τότε δεν ξανάρθε», αφηγόταν. Σε ηλικία 12 ετών έπαιξε για πρώτη φορά σε πανηγύρι, και από το 1947, όταν ανέβηκε για πρώτη φορά σε πάλκο, κατάφερε να συνεργαστεί με πολλά ονόματα του ελληνικού τραγουδιού. Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία ήρθε μέσω του Γιώργου Παπασιδέρη, εκπροσώπου του δημοτικού τραγουδιού, ο οποίος τον έβαλε να παίζει στην Columbia, καθιερώνοντάς τον στη δισκογραφία. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με δεκάδες σημαντικούς καλλιτέχνες, όπως ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Μήτσος Αραπάκης, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, η Ρόζα Εσκενάζυ, η Ρίτα Αμπατζή, η Καίτη Γκρέυ, η Γιώτα Λύδια, ο Πάνος Γαβαλάς, ο Γιώργος Νταλάρας, η Γλυκερία, η Χάρις Αλεξίου, η Ελένη Βιτάλη, ο Δημήτρης Ζάχος, η Φιλιώ Πυργάκη, ο Αλέκος Κιτσάκης, η Σοφία Κολλητήρη, ο Στάθης Κάβουρας, η Τασία Βέρρα, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος και η Σοφία Εμφιετζή, μεταξύ άλλων. Το 1937 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, όπου ο Κόρος έζησε περίπου δεκαπέντε χρόνια, διανύοντας τα ταραγμένα χρόνια του πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου. Εκεί πρωτοέπαιξε επαγγελματικά σε γάμους και πανηγύρια, «με ανταλλάγματα μηδαμινά», όπως θυμόταν. Το 1958 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, στο Περιστέρι, αποφασισμένος να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη μουσική. Την εποχή εκείνη το βιολί δεν είχε μεγάλη θέση στις λαϊκές ορχήστρες, λόγω της χαμηλής του έντασης μπροστά στο κλαρίνο. Ο Κόρος υπήρξε εκείνος που κατάφερε να το αναδείξει και να το καθιερώσει στη δισκογραφία. Η πρώτη του δισκογραφική σύνθεση ήταν ένα σόλο βιολί σε μικρό δίσκο, με τη «Φαράχ» του Στέλιου Καζαντζίδη στην πίσω πλευρά, επίσης δικής του μουσικής. Ακολούθησαν τραγούδια όπως «Κλαίει απόψε ο ουρανός», «Η αγάπη έχει θύματα» και δεκάδες άλλες συνεργασίες, συνολικά περίπου 1.200 τραγούδια, ενώ στο ενεργητικό του μετρούσε πολλούς χρυσούς και πλατινένιους δίσκους. Συνεργάστηκε και συνδέθηκε φιλικά με όλους τους μεγάλους κλαρινίστες της προπολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου: τον Νίκο Καρακώστα, τον Κώστα Γιαούζο και τον Βασίλη Σαλέα. «Πιο τεχνίτης ο Γιαούζος, πιο ερμηνευτής ο Καρακώστας· ισάξιοι και οι δύο», έλεγε με θαυμασμό. Με τις συνεργασίες του αυτές καθιέρωσε το πρότυπο του βιολιού ως σολιστικού οργάνου στη λαϊκή και δημοτική δισκογραφία. Στην εξηντάχρονη καριέρα του ταξίδεψε και έπαιξε σε πολλές χώρες (Αυστραλία, Καναδά, Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Κύπρο, Τυνησία) εκπροσωπώντας τη μουσική παράδοση της Ελλάδας με αυθεντικότητα και δεξιοτεχνία. Συμμετείχε αφιλοκερδώς σε πλήθος συναυλιών, συχνά για κοινωνικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς, ενώ έλαβε ελάχιστες κρατικές επιχορηγήσεις, παρότι το έργο του υπήρξε κεφαλαιώδες. Ως μουσικός, ο Κόρος υπήρξε γνώστης των «δρόμων» και βαθιά ριζωμένος στη βυζαντινή θεωρία, που θεωρούσε την απαρχή όλων των ανατολικών τρόπων. «Ο δρόμος ουσάκ είναι ο ήχος πρώτος, ο χιτζάζ ο πλάγιος τέταρτος· επομένως, όλα ξεκινούν από τη βυζαντινή μουσική». Με αυτή τη γνώση κατόρθωσε να γεφυρώσει το παραδοσιακό, το λαϊκό και το έντεχνο ύφος, δημιουργώντας μια προσωπική «σχολή» βιολιού, αναγνωρίσιμη από την καθαρότητα, τη φραστική ακρίβεια και το μελωδικό του ήθος. Ακέραιος χαρακτήρας και υπέρμαχος της ελληνικής μουσικής ταυτότητας, ο Γιώργος Κόρος δεν έκρυβε την απογοήτευσή του για την έλλειψη παιδείας και ενδιαφέροντος γύρω από το δημοτικό τραγούδι: «Είναι κρίμα που ο λαός δεν γνωρίζει τι χάνει. Μόνο εμείς έχουμε δική μας μουσική, που αντέχει αιώνες αναλλοίωτη, κι όμως την περιφρονούμε». Η άποψή του για τους μεγάλους συνθέτες του 20ού αιώνα ήταν αιχμηρή: «Δεν είναι τόσο εύκολο να γράψει κανείς δημοτικό τραγούδι. Θέλει τεράστιες γνώσεις. Οι λεγόμενοι “μεγάλοι” δεν το τόλμησαν, γιατί δεν το ήξεραν». Παρ’ όλα αυτά, δήλωνε πάντοτε ηθικά ικανοποιημένος: «Έχω κάνει το μεγαλύτερο ίσως όνομα ανάμεσα στους σολίστες και αυτό μου αρκεί, γιατί το πέτυχα με σκληρή δουλειά, συνέπεια και ήθος». Με τη σύζυγό του Ασημίνα απέκτησαν δύο παιδιά, τον Νικόλαο και την Κατερίνα Κόρου, ενώ θεωρούσε πνευματικά του παιδιά καλλιτέχνες που ο ίδιος ανέδειξε, όπως η Σοφία Κολλητήρη, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος και η Βάσω Χατζή. Η κόρη του Κατερίνα Κόρου ακολούθησε το δρόμο της μουσικής, αν και ο ίδιος τη σπούδασε δικηγόρο. Ο γιος του Νίκος που έγινε ναυπηγός, «ούτε που άγγιξε το βιολί», όπως έλεγε γελώντας. Ο Γιώργος Κόρος υπήρξε σύμβολο του ελληνικού βιολιού και μια εμβληματική φυσιογνωμία της λαϊκής μουσικής του 20ού αιώνα. Έφυγε από τη ζωή στις 8 Ιανουαρίου 2014, σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας πίσω του ένα έργο που γεφυρώνει τη δεξιοτεχνία με τη λαϊκή ψυχή και μια παρακαταθήκη ήθους, σεμνότητας και ελληνικότητας.



Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Τραγούδια: 10145 | Albums/Singles: 1936 | Συντελεστές: 2150 | Λήμματα: 16799
Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr