Βιογραφικό

Θανάσης Βασιλόπουλος
|
Ο Θανάσης Βασιλόπουλος γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1972 στο Αγρίνιο, σε μια οικογένεια με τσιγγάνικες ρίζες και το δεύτερο σε σειρά από τα δέκα παιδιά της οικογένειάς του. Από πολύ μικρή ηλικία, ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση με το κλαρίνο, εκδηλώνοντας ένα εκπληκτικό ταλέντο που θα τον καθιέρωνε ως έναν από τους σημαντικότερους κλαρινίστες της γενιάς του.
Το μουσικό ταξίδι του ξεκίνησε από τη βρεφική σχεδόν ηλικία. Στα τέσσερα χρόνια του, ζητούσε από τη μητέρα του να φυσάει το κλαρίνο ενώ εκείνος πατούσε τα κλειδιά για να απολαμβάνει τον ήχο. Από εκείνη την ηλικία, ακολουθούσε τον πατέρα του όπου εμφανιζόταν, ζώντας την εμπειρία των συναυλιών σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Το πρώτο του κλαρίνο το απέκτησε στα επτά χρόνια του, γνωρίζοντας ήδη να παίζει. Η καλλιτεχνική φλέβα του Θανάση Βασιλόπουλου κληρονομήθηκε από τον θρυλικό πατέρα του, ο οποίος θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κλαρινίστες.
Η παιδική του ηλικία στο Αγρίνιο χαρακτηριζόταν από ακραία φτώχεια. Ζούσε σε έναν οικισμό όπου τα παιδιά δεν πήγαιναν σχολείο και οι συνθήκες διαβίωσης ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Παρά τις αντίξοες περιστάσεις, η οικογενειακή αγάπη και η μουσική αποτελούσαν πηγή οξυγόνου για την οικογένεια. Ο μικρός Θανάσης θυμάται τον εαυτό του ξυπόλητο να παίζει με τους φίλους του μέσα στη λάσπη, συχνά χωρίς ρούχα, σε μια παιδική ηλικία που παρά τη φτώχεια χαρακτηριζόταν από χαρά και οικογενειακή συνοχή.
Στα οχτώ χρόνια του, η οικογένεια αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Αθήνα, εγκαθιστάμενη σε μια αλάνα στον Προφήτη Ηλία, στα Λιόσια. Οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες, καθώς κοιμόντουσαν κυριολεκτικά στην ύπαιθρο, σκεπαζόμενοι με κουβέρτες και νάιλον, και όταν έβρεχε ξυπνούσαν βρεγμένοι. Παρά την παιδική του ηλικία, ο Θανάσης ήθελε να βοηθήσει την οικογένειά του. Μαζί με έναν ξάδελφό του, άρχισε να εμφανίζεται σε ταβέρνες και εστιατόρια, παίζοντας κλαρίνο ενώ ο ξάδελφός του χρησιμοποιούσε μια κατσαρόλα ως τουμπερλέκι. Έτσι άρχισε να μαζεύει χρήματα και να συμβάλλει στην οικογενειακή επιβίωση.
Στην Αθήνα, παρατηρώντας έναν κύριο που πήγαινε τα κορίτσια του στο σχολείο κάθε πρωί, ο μικρός Θανάσης τον πλησίασε σε ένα πατσατζίδικο και του ζήτησε να τον πάρει κι εκείνον. Ο άγνωστος δέχτηκε, και ο Θανάσης στήθηκε από τα άγρια χαράματα έξω από το σπίτι του. Μέσα σε έναν μήνα είχε μάθει να διαβάζει, αποδεικνύοντας εξαιρετικός μαθητής. Το σχολείο αποτέλεσε σωτήριο δώρο για τη ζωή του, καθώς πλέον μπορούσε να διαβάζει και να γράφει, να καταλαβαίνει τις επιγραφές που πριν φάνταζαν ακατανόητες. Συνδύαζε το πρωινό σχολείο με τη βραδινή δουλειά, αλλά δεν μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές λόγω των οικογενειακών υποχρεώσεων. Εντούτοις, δεν σταμάτησε ποτέ να διαβάζει, βρίσκοντας καταφύγιο στα βιβλία.
Η εξαιρετική του ικανότητα στο κλαρίνο έκανε εντύπωση από πολύ νεαρή ηλικία, και πριν συμπληρώσει τα δέκα χρόνια του, είχε ήδη κατακτήσει το κοινό με τη μαγευτική ερμηνεία του. Έπαιζε σε πανηγύρια με πρόγραμμα που συχνά ξεκινούσε στις εννέα το βράδυ και τελείωνε στις εννέα το πρωί. Μετά τα δεκάξι του χρόνια, σταμάτησε τις εμφανίσεις σε αυτές τις λαϊκές γιορτές καθώς το μουσικό περιβάλλον άρχισε να αλλάζει και η παραδοσιακή μουσική να αλλοιώνεται από τους ίδιους τους ανθρώπους που ισχυρίζονταν ότι την εκπροσωπούν.
Το 1987 μπήκε δυναμικά στην ελληνική δισκογραφία, αφήνοντας το δικό του στίγμα. Καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος του Νίκου Στέλιου από τη δισκογραφική εταιρεία Κρόνος, ο οποίος του προσέφερε το πρώτο μεγάλο βήμα και του έκλεινε δουλειές για διάφορες εκδηλώσεις. Σημαντικές πρώιμες συνεργασίες περιλαμβάνουν τον Λάκη Τσιώλη, που του έγραψε πολλά κομμάτια, κυρίως λαϊκο-δημοτικά, καθώς και τον Γιάννη Ζουγανέλη, κουμπάρο του, και τον Λάκη Λαζόπουλο, που του έδωσε ιδιαίτερα χρήσιμες συμβουλές.
Το ραντεβού με τη μεγάλη επιτυχία ήρθε όταν διάσημοι Έλληνες και ξένοι καλλιτέχνες ζήτησαν να συνεργαστούν μαζί του. Το 2012 ηχογράφησε τον δίσκο Atractos με συνθέσεις του αείμνηστου Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ο Παπαθανασίου εκτιμούσε την παραδοσιακή μουσική και τα παραδοσιακά όργανα και επέλεξε ο ίδιος τα κομμάτια του που ήθελε να ακούσει από το κλαρίνο του Θανάση. Η αρχική τους συνάντηση στο σπίτι του συνθέτη ήταν γεμάτη άγχος από την πλευρά του νεαρού μουσικού, αλλά ο Παπαθανασίου τον έκανε να νιώθει σαν μέλος της οικογένειάς του.
Το 2010 συμμετείχε στον δίσκο Black Rock του διάσημου Αμερικανού τζαζίστα Joe Bonamassa, που ηχογραφήθηκε στη Σαντορίνη με παραγωγό τον Kevin Shirley. Στον ίδιο δίσκο συμμετείχε και ο θρύλος B.B. King. Μετά τη συμμετοχή του, ο Bonamassa τον προσκάλεσε ως καλεσμένο στη συναυλία του στο Jazz Festival του Montreux, στην αίθουσα Miles Davis, όπου συνάντησε τα μεγαλύτερα ονόματα της διεθνούς μουσικής σκηνής όπως τους Buddy Guy, Chick Corea και Carlos Santana.
Επίσης, συνεργάστηκε με την Björk όταν οι Omega Vibes του ζήτησαν να παίξει στο opening act της συναυλίας της στην Αθήνα. Κατά την πρόβα, η Björk τον άκουσε και του ζήτησε να παίξει στο intro της.
Το 2017 ξεκίνησε η συνεργασία του με το κλαμπ Scorpios στη Μύκονο, μια πρόταση που του έκανε ο DJ Valeron. Η Χαρά Σαφαρίκα, σύντροφος και manager του, τον έπεισε να δεχτεί την πρόταση, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στη ζωή και τη δουλειά του. Στο Scorpios διαμόρφωσε ένα άλλο στυλ μουσικής που τελικά άρεσε στον κόσμο, παντρεύοντας την παραδοσιακή με την ηλεκτρονική μουσική. Σε κάθε εμφάνιση κάθε Σάββατο, μαζεύονταν γύρω στα 2.000 άτομα. Αυτή η εμπειρία του έδωσε την ευκαιρία να έρθει σε πρώτη επαφή με ένα τελείως διαφορετικό κοινό και να αποκτήσει λάτρεις που τον αποθεώνουν.
Το 2018 παρουσίασε την παράσταση My way στο θέατρο Παλλάς, μια μεγάλη παραγωγή με τριάντα μουσικούς από το συμφωνικό σύνολο Foux ensemble και τέσσερις ηθοποιούς: Θανάση Αλευρά, Μπέσσυ Μάλφα, Μέμο Μπεγνή και Τάνια Τρύπη. Τις ενορχηστρώσεις ανέλαβε ο Γιώργος Ζαχαρίου, τη σκηνοθεσία ο Νίκος Σούλης και τους φωτισμούς η Ελευθερία Ντεκώ.
Ο Θανάσης Βασιλόπουλος αυτοπροσδιορίζεται ως παραδοσιακός μουσικός με στόχο να παντρέψει τους παραδοσιακούς ήχους με τους ήχους του σήμερα, ώστε να μπορεί και μια νέα γενιά να αγαπήσει αυτούς τους ήχους σε ένα πιο γνώριμο μουσικό περιβάλλον όπως είναι η ηλεκτρονική μουσική. Κατηγοριοποιεί τον εαυτό του στην ethnic σκηνή. Η μουσική φιλοσοφία του χαρακτηρίζεται από βαθύ σεβασμό προς κάθε νότα που παίζει, καθώς πιστεύει ότι δεν πρέπει να σπαταλάει καμία. Από μικρό παιδί άκουγε μουσικές από διαφορετικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Ινδίας, της Αφρικής, της Κίνας, της Ιαπωνίας και της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασε στα δεκατέσσερα-δεκαπέντε χρόνια του ήταν του Charlie Parker, που άκουσε τυχαία περνώντας έξω από ένα μαγαζί στο Μοναστηράκι.
Έχει χαρακτηριστεί ως Χιώτης του κλαρίνου, συγκρίσεις που τον τιμούν ιδιαίτερα και θεωρεί τιμητικό να συγκρίνεται με τον Μανώλη Χιώτη. Οι συνεργασίες του εκτείνονται σε όλα τα μουσικά είδη, κάτι που τον κάνει αποδεκτό από τους φίλους κάθε μουσικού είδους και κάθε μουσικής ετικέτας. Από εκεί και πέρα, συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής σκηνής της Ελλάδας, καθιερώνοντας τον εαυτό του ως έναν από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους μουσικούς της χώρας.
Η Χαρά Σαφαρίκα είναι η σύντροφος και manager του από το 2012, με την οποία μοιράζεται ουσιαστικές πνευματικές αναζητήσεις. Το επαγγελματικό του επιτελείο περιλαμβάνει τον Κωνσταντίνο Μπλέτσα στο booking, την Αγγελική Μαρτσέκη ως στυλίστα από το 2018, την Κατερίνα Ανδριγιαννάκη για τα κοσμήματα, τον Τάσο Τσανταρή από την Para Todos για τα ρούχα, την οικογένεια Ζαμάνου για τα γυαλιά ηλίου, τον Κωνσταντίνο Γεωργαντά για το art direction, τον Πάνο Γιαννακόπουλο για τις φωτογραφίες, την Έλενα Ψωμά για το makeup, τον Ηλία Λάκκα για τον ήχο, φίλο είκοσι ετών, και τον Νίκο Στρουμπούκη για τα ηχητικά μηχανήματα.
Παρά τις διεθνείς επιτυχίες και συνεργασίες, ο Θανάσης εκφράζει την επιθυμία να επιστρέψει στις ρίζες του και να αφοσιωθεί στα παραδοσιακά, από όπου ξεκίνησε. Ψάχνει τον τρόπο να δημιουργήσει έναν δίσκο που να έχει την παράδοση αλλά και όλα εκείνα που έμαθε. Το όραμά του είναι να επιστρέψει στο πανηγύρι που ονειρεύεται, αυτό από όπου ξεκίνησε μικρό παιδί, και αν κάποτε καταφέρει να παρουσιάσει αυτό που ονειρεύεται, τότε θα θεωρήσει ότι τα κατάφερε.
Ο ήχος του κλαρίνου που ερμηνεύει αποπνέει μαγεία, καταφέρνοντας να εντυπωσιάζει ακόμη και όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με το είδος. Με πάθος και αυθεντικότητα, έχει δημιουργήσει έναν μοναδικό ήχο που αντικατοπτρίζει την ψυχή του. Υπερήφανος για την καταγωγή του, δηλώνει ότι δεν κουβαλάει τη φυλή στην πλάτη του και κρίνει τους ανθρώπους από τις πράξεις τους, από αυτά που σκέφτονται και από το καλό που προσφέρουν στον κόσμο.
Το μήνυμά του προς τους νέους καλλιτέχνες είναι να αγαπούν αυτό που κάνουν, να βάζουν ψυχή, να μην εγκαταλείπουν και να ακολουθούν το όνειρό τους. Πρόκειται για έναν μουσικό φαινόμενο που έχει αφήσει το ανεξίτηλο στίγμα του στη μουσική βιομηχανία, καθιερώνοντας τον εαυτό του ως έναν από τους σπουδαιότερους κλαρινίστες της γενιάς του, διατηρώντας παράλληλα την απλή ζωή που είχε πάντα και την αγάπη για το διάβασμα και τη φύση.
Albums/Singles (3)
Τραγούδια (10)



