Προβολή Τραγουδιού
Είχα αγγέλτς με τα φτερά |
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Καλλιτέχνες: Γιάννης Γκόσιος, Θανάσης Στυλίδης
Είχα αγγέλτς με τα φτερά και δράκ’ς με τ’ αλυσίδες Εγώ τη μαύρην γην ενι͜άτεψα, τη μαύρην γην εχ̌ιλοπλούμ’σα Απιδέβα, Χάρε μ’, τ’ αμουρατσούοις κι έπαρ’, Χάρε μ’, τοι γεροντάδες, και άφ’ς τα νέικα τ’ άχαρα να χ̌αίρουνταν, Χάρε μ’, αούτ’ τον κόσμον
Κείμενο | Επεξήγηση | Ετυμ. Ρίζα | Προέλευση |
---|---|---|---|
αγγέλτς | αγγέλους | ||
αμουρατσούοις | αυτοί που έχουν ανεκπλήρωτες επιθυμίες/στόχους, μτφ. άμοιροι | muratsız | |
αούτ’ | αυτός/ή/ό/ά | ||
απιδέβα | (προστ.) φύγε, άφησε πίσω, ξεπέρασε, προσπέρασε | από + διαβαίνω | |
άφ’ς | (προστ.) άφησε | ||
δράκ’ς | δράκους | ||
ενι͜άτεψα | καλλιέργησα, όργωσα αγρό | ||
έπαρ’ | (προστ.) πάρε | ||
εχ̌ιλοπλούμ’σα | χιλιοπλούμισa, παραστόλισα με πλουμίδια, διάνθισα/καλλώπισα εκτενώς | pluma | |
νέικα | νεαρά, νεανικά | ||
τοι | τους/τις | ||
χ̌αίρουνταν | χαίρονται |
Η Φανή ήταν Κρωμέτ’σσα και είχε τέσσερα παιδιά. Τα τρία χάθηκαν στην εξορία και το τέταρτο , το μικρότερο, σπούδαζε στην Τραπεζούντα. Αρρώστησε εκεί από φυματίωση και πέθανε. Η μάνα του το μοιρολόγησε με τα λόγια αυτά.