.
.
Ση παλαιών τη στράταν

Τ’ οσπίτι μ’ έν’ απέσ’ σ’ ορμάν’

Στιχουργοί
Συνθέτες
Τ’ οσπίτι μ’ έν’ απέσ’ σ’ ορμάν’
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Τ’ οσπίτι μ’ έν’ απέσ’ σ’ ορμάν’,
φύλλα καπλαεμένον
Αρ’ έν’ άμον το καρδόπο μ’,
τα τέρτι͜α φορτωμένον

Ντό έ͜εις, καρδία μ’, και πονείς;
Ντό έ͜εις κι αναστενάζεις;
Αβάσ̌ι͜α-αβάσ̌ι͜α καίγ̆εσαι
και βρούλαν έξ’ ’κ’ εβγάλλεις

Καρδι͜ά μ’ απαρηγόρετον,
πώς να παρηγορώ σε;
Εσέν τα τέρτι͜α -ν- έφαγαν
και ’κι κατηγορώ σε

Όλιον τον κόσμον θα κουρτώ,
τη θάλασσαν θα πίνω
Και μ’ έναν αναστέναγμαν
του ήλ’ το φως θα σβήνω
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αβάσ̌ι͜ααργά yavaş
αβάσ̌ι͜α-αβάσ̌ι͜ασταδιακά yavaş yavaş
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απαρηγόρετοναπαρηγόρητη/ο
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
βρούλανφλόγα brûler
έ͜ειςέχεις
εβγάλλειςβγάζεις
έν’είναι
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
ήλ’ήλιου
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καπλαεμένονκαλυμμένο, επικαλυμμένο kaplamak
καρδόποκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουρτώκαταπίνω
όλιονόλο, ολόκληρο
ορμάν’δάσος orman
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αβάσ̌ι͜ααργά yavaş
αβάσ̌ι͜α-αβάσ̌ι͜ασταδιακά yavaş yavaş
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απαρηγόρετοναπαρηγόρητη/ο
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
βρούλανφλόγα brûler
έ͜ειςέχεις
εβγάλλειςβγάζεις
έν’είναι
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
ήλ’ήλιου
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καπλαεμένονκαλυμμένο, επικαλυμμένο kaplamak
καρδόποκαρδούλα
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουρτώκαταπίνω
όλιονόλο, ολόκληρο
ορμάν’δάσος orman
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
τέρτι͜ακαημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
Τ’ οσπίτι μ’ έν’ απέσ’ σ’ ορμάν’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr