.
.
Τα ποντιακά του Π. Λαζαρίδη Νο2

Τα άρματα

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Τα άρματα
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Για δώστε με και τ’ άρματα μ’,
ζώσκουμ’ απ’ έναν-έναν
Αφκά σα μαύρα χώματα
να κείνταν μετ’ εμένα

Αδά σ’ εμόν το ταφόπον
χορτάρι͜α μη φυτρών’νε
Να χ̌αίρουντανε και γελούν
τα κόλλυβα μ’ να τρώνε/τρώγ’νε

Όντες παίρ’νε με και πάνε
η ψ̌η σ’ θα φαρμακούται
Σα μαύρα να τυλίεσαι,
το ψ̌όπο σ’ θα ματούται

Αδά σ’ εμόν το ταφόπον
έλα το χρόνον μίαν
Κλάψον κι ευκαίρωσον την ψ̌η σ’,
πονεμένον καρδίαν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αδάεδώ
άρματαόπλα armum
αφκάκάτω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
ευκαίρωσον(προστ.) άδειασε, εκκένωσε
ζώσκουμ’ζώνομαι, φορώ πάνω μου ζώννυμι
κείντανκείτονται, ξαπλώνουν
κλάψον(προστ.) κλάψε
ματούταιματώνει
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μίανμια φορά
όντεςόταν
παίρ’νεπαίρνουν
ταφόπον(υποκορ.) τάφος
τρώγ’νετρώνε
τυλίεσαιτυλίγεσαι
φαρμακούταιφαρμακώνεται
φυτρών’νεφυτρώνουν
χ̌αίρουντανεχαίρονται
ψ̌ηψυχή
ψ̌όποψυχούλα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αδάεδώ
άρματαόπλα armum
αφκάκάτω
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
ευκαίρωσον(προστ.) άδειασε, εκκένωσε
ζώσκουμ’ζώνομαι, φορώ πάνω μου ζώννυμι
κείντανκείτονται, ξαπλώνουν
κλάψον(προστ.) κλάψε
ματούταιματώνει
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μίανμια φορά
όντεςόταν
παίρ’νεπαίρνουν
ταφόπον(υποκορ.) τάφος
τρώγ’νετρώνε
τυλίεσαιτυλίγεσαι
φαρμακούταιφαρμακώνεται
φυτρών’νεφυτρώνουν
χ̌αίρουντανεχαίρονται
ψ̌ηψυχή
ψ̌όποψυχούλα
Τα άρματα

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost