.
.
Λεφτοκάρυ͜α

Λαλαχ̌εμένον

Στιχουργοί
Συνθέτες
Λαλαχ̌εμένον
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Μάνα, σ̌κίσον την καρδία μ’
και τέρ’ απέσ’ ντο έχ̌ει
Κι αν έν’ οφίδι σκότα ’το,
κι αν έν’ ήλιος ας λάμπει
κι αν έν’ τ’ εγάπ’ς η καμονή
ας καίει με κι ας μανίζ’ με

Όθεν πατείς τ’ ομμάτι͜α μου
κι όθεν δι͜αβαίντς το ψ̌όπο μ’
’Κι θέλω να δειλαίνεσαι
και να παραπονείσαι
Εσύ τ’ εμόν το μαναχόν
και το λαλαχ̌εμένον

Τα ξύλα τ’ς είν’ λαφρόξυλα,
ξερά ελαφροκέρι͜α
Τ’ ομμάτι͜α τ’ς είναι γαλανά
και τα μαλλία τ’ς τέλια
κι αφκά ’ς σο σπαρελόπον ατ’ς
είν’ τα μηλόπα τ’ς μέλια
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απέσ’μέσα
ατ’ςαυτής, της
αφκάκάτω
δειλαίνεσαιδειλιάζεις
δι͜αβαίντς(για τόπο) περνάς, διασχίζεις, (για χρόνο) περνάς διαβαίνω
εγάπ’ςαγάπης
είν’(για πληθ.) είναι
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
καμονήκαημός
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλαχ̌εμένονχαΐδεμένο, παραχαϊδεμένο
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μανίζ’κατακαίει κτ μέχρι καπνιάς, οργίζεται, θυμώνει
μηλόπαμηλαράκια
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
ομμάτι͜αμάτια
πατείςπατάς
’ς(ας) από
σ̌κίσονσκίσε (προστ.)
σκότα(προστ.) σκότωσε
σπαρελόπον(υποκορ.) μέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
τέλιασύρματα, χορδές μουσικού οργάνου tel
τέρ’(προστ.) κοίταξε
’τοαυτό, το (προσωπική αντωνυμία)
ψ̌όποψυχούλα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απέσ’μέσα
ατ’ςαυτής, της
αφκάκάτω
δειλαίνεσαιδειλιάζεις
δι͜αβαίντς(για τόπο) περνάς, διασχίζεις, (για χρόνο) περνάς διαβαίνω
εγάπ’ςαγάπης
είν’(για πληθ.) είναι
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
καμονήκαημός
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλαχ̌εμένονχαΐδεμένο, παραχαϊδεμένο
μαναχόν(έναρθρο) μοναχός, μοναχό, (επίρρ) μόνο/μοναχά
μανίζ’κατακαίει κτ μέχρι καπνιάς, οργίζεται, θυμώνει
μηλόπαμηλαράκια
όθενόπου, οπουδήποτε, σε όποιον
ομμάτι͜αμάτια
πατείςπατάς
’ς(ας) από
σ̌κίσονσκίσε (προστ.)
σκότα(προστ.) σκότωσε
σπαρελόπον(υποκορ.) μέρος γυναικείας ενδυμασίας αυτοτελές που χρησιμεύει ως κάλυμμα του στήθους spalliera
τέλιασύρματα, χορδές μουσικού οργάνου tel
τέρ’(προστ.) κοίταξε
’τοαυτό, το (προσωπική αντωνυμία)
ψ̌όποψυχούλα
Λαλαχ̌εμένον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr