.
.
Τα φύλλα είν’ πετούμενα

Τα φύλλα είν’ πετούμενα

Στιχουργοί
Συνθέτες
Τα φύλλα είν’ πετούμενα
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Ξένος εγώ, ξέντσα κι εσύ
και τα ραχ̌ία ξένα
και το νερόν ντο πίνομε
εείνο πα έν’ ξένον

Έλα, κόρ’, ας φιλιάσκουμες
πριν βρέχ̌’ και πριν χ̌ιονίζει
Πριν γομωθεί¹ τ’ αυλάκ’ νερόν
τα κοτσορρύμι͜α χ̌ι͜όνι͜α

Έλα, κόρ’, ας/πουλί μ’ φιλιάσκουμες
αφκά σο λεφτοκάριν
Το λεφτοκάρ’ ’κι λέει͜ ατο
κι η γη ’κι ομολογά ’το

Ξένε μ’, και ντό να λέγω σε
και πώς να ’φχαριστώ σε;
Η καρδι͜ά μ’ θέλ’ και ψαλαφά
κι εγώ στέκω τερώ σε

Τα φύλλα είν’ πετούμενα,
πετούν κι ατό πάν’ λέγ’νε
Παίρει͜ ατα ο αγράνεμον
και πάνε καλατσ̌εύ’νε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αγράνεμονάγριος άνεμος
ατααυτά
αφκάκάτω
βρέχ̌’βρέχει
εείνοεκείνο
είν’(για πληθ.) είναι
έν’είναι
καλατσ̌εύ’νεομιλούν, συνομιλούν, συζητούν keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κοτσορρύμι͜αρυάκια με λίγο νερό, ξερά ποταμάκια
λέγ’νελένε
λεφτοκάρ’λεπτοκαρυά, φουντουκιά, ο καρπός της φουντουκιάς λεπτο- + κάρυον
λεφτοκάρινλεπτοκαρυά, φουντουκιά, ο καρπός της φουντουκιάς λεπτο- + κάρυον
ξέντσαξένη
παπάλι, επίσης, ακόμα
πίνομεπίνουμε
ραχ̌ίαράχες, βουνά
τερώκοιτώ
’τοαυτό, το (προσωπική αντωνυμία)
φιλιάσκουμεςφιλιόμαστε
ψαλαφάζητάει, αιτείται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αγράνεμονάγριος άνεμος
ατααυτά
αφκάκάτω
βρέχ̌’βρέχει
εείνοεκείνο
είν’(για πληθ.) είναι
έν’είναι
καλατσ̌εύ’νεομιλούν, συνομιλούν, συζητούν keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κοτσορρύμι͜αρυάκια με λίγο νερό, ξερά ποταμάκια
λέγ’νελένε
λεφτοκάρ’λεπτοκαρυά, φουντουκιά, ο καρπός της φουντουκιάς λεπτο- + κάρυον
λεφτοκάρινλεπτοκαρυά, φουντουκιά, ο καρπός της φουντουκιάς λεπτο- + κάρυον
ξέντσαξένη
παπάλι, επίσης, ακόμα
πίνομεπίνουμε
ραχ̌ίαράχες, βουνά
τερώκοιτώ
’τοαυτό, το (προσωπική αντωνυμία)
φιλιάσκουμεςφιλιόμαστε
ψαλαφάζητάει, αιτείται
Τα φύλλα είν’ πετούμενα
Σημειώσεις
¹ Αδόκ. τύπος αντί του ορθότερου στην ποντιακή «γομούται»

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr