.
.
Ποντιακό γλέντι

Εσ̌κέμυναν τ’ ολόερα σ’

Στιχουργοί
Συνθέτες
Εσ̌κέμυναν τ’ ολόερα σ’
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Εσ̌κέμυναν τ’ ολόερα σ’,
αρ’ έγρυναν τ’ αυλία σ’
Άλλο ’κ’ έκ’σα την καλατσ̌ή σ’,
πουλόπο μ’, τη λαλία σ’

Τρυγόνα μ’, απαράλλαχτα
ομοι͜άεις τ’ εμόν τ’ αρνόπον
Σάεψον εκείνο είσαι
κι έλα ’μπα στ’ εγκαλιόπο μ’
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απαράλλαχτααπολύτως όμοια, με απαράλλακτο τρόπο
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποναρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
αυλίααυλές
εγκαλιόποαγκαλίτσα
έγρυναναγρίεψαν, πήραν άγρια όψη
έκ’σαάκουσα
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσ̌κέμυνανασχήμαιναν
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλατσ̌ήομιλία, συνομιλία, συζήτηση keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
λαλίαλαλιά, φωνή
’μπα(έμπα) μπες
ολόεραολόγυρα
ομοι͜άειςομοιάζεις, μοιάζεις
πουλόποπουλάκι
σάεψον(προστ.) υπολόγισε, εκτίμησε, λογάριασε saymak
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απαράλλαχτααπολύτως όμοια, με απαράλλακτο τρόπο
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποναρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
αυλίααυλές
εγκαλιόποαγκαλίτσα
έγρυναναγρίεψαν, πήραν άγρια όψη
έκ’σαάκουσα
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
εσ̌κέμυνανασχήμαιναν
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλατσ̌ήομιλία, συνομιλία, συζήτηση keleci=καλός λόγος (Παλαιά Τουρκική Ανατολίας)
λαλίαλαλιά, φωνή
’μπα(έμπα) μπες
ολόεραολόγυρα
ομοι͜άειςομοιάζεις, μοιάζεις
πουλόποπουλάκι
σάεψον(προστ.) υπολόγισε, εκτίμησε, λογάριασε saymak
τρυγόνατο πουλί τρυγόνι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
Εσ̌κέμυναν τ’ ολόερα σ’

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr