.
.
Ποντιακή παράδοση

Εσέναν την πεντάμορφον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Εσέναν την πεντάμορφον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Εσένα την πεντάμορφον
να είχα μετ’ εμέναν
Άλλο ’κι ξενιτεύκουμ’νε
και σα μακρά ’κ’ επέγ̆’να

Κοιμέθ’, αρνί μ’, κοιμέθ’, πουλί μ’,
έπαρ’ τσ’ αυγής τον ύπνον
Τράνυνον και θα παίρω σε,
είσαι ακόμα μικρίκον!

Εσείς που ’κι χορεύετε,
σεΐρ’ πα ντό τερείτε;
Ελάτε, εμπάτε σο χορόν
αρ’ όσον ντ’ επορείτε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
εμπάτε(προστ.) μπείτε
έπαρ’(προστ.) πάρε
επέγ̆’ναπήγαινα
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κοιμέθ’(προστ.) κοιμήσου
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μικρίκονμικρούλης/α/ικο
ξενιτεύκουμ’νεξενιτευόμουν
παπάλι, επίσης, ακόμα
παίρωπαίρνω
πεντάμορφονπεντάμορφη/ο
σεΐρ’θέαμα πρόσφορο για διασκέδαση (μτφ. τερώ σεΐρ: κοιτώ κτ διασκεδάζοντας, παραμένοντας αμέτοχος) seyir/seyr
τερείτεκοιτάτε
τράνυνον(προστ.) (αμεταβ.) μεγάλωσε, (μεταβ.) ανέθρεψε τρανόω-ῶ
τσ’(ως τση, άρθρο γεν. ενικού) του/της, (ως τσοι, άρθρο αιτ. πληθ.) τις, (ως ερωτημ. τσί;) ποιός;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
εμπάτε(προστ.) μπείτε
έπαρ’(προστ.) πάρε
επέγ̆’ναπήγαινα
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κοιμέθ’(προστ.) κοιμήσου
μακρά(επιρρ.) μακριά, (επιθ.) μακρινά, απομακρυσμένα
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
μικρίκονμικρούλης/α/ικο
ξενιτεύκουμ’νεξενιτευόμουν
παπάλι, επίσης, ακόμα
παίρωπαίρνω
πεντάμορφονπεντάμορφη/ο
σεΐρ’θέαμα πρόσφορο για διασκέδαση (μτφ. τερώ σεΐρ: κοιτώ κτ διασκεδάζοντας, παραμένοντας αμέτοχος) seyir/seyr
τερείτεκοιτάτε
τράνυνον(προστ.) (αμεταβ.) μεγάλωσε, (μεταβ.) ανέθρεψε τρανόω-ῶ
τσ’(ως τση, άρθρο γεν. ενικού) του/της, (ως τσοι, άρθρο αιτ. πληθ.) τις, (ως ερωτημ. τσί;) ποιός;
Εσέναν την πεντάμορφον

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost