.
.
Δεκαεννέα Καλομηνά

Κλαίει η Μαύρη Θάλασσα

Κλαίει η Μαύρη Θάλασσα
fullscreen
Κλαίει η Μαύρη Θάλασσα
το κύμαν αγριεύει
Σον Πόντον εγέντον κακόν
και πώς να ημερεύει;

♫

Πώς να ημερεύ’ η θάλασσα
και πώς να ησυχάζει;
Σείεται και αντιβοά,
ολόεν συντρομάζει

♫

Το μαύρον εγέντον κόκκινον
ας σο αίμαν ντ’ εκχ̌ύεν
Ν’ αηλί εμάς και βάι εμάς
ο Πόντον ενεβζήεν

♫

Εβζήεν κι εσταμάτεσεν
του Πόντου η καρδία
Άλλο καμπάνας ξάι ’κι ακούς,
μηδέ ποπά λαλία

♫

Και τα πουλόπα τη Θεού
άλλο ’κι κελαηδούνε
Απλών’νε τα φτερόπα τουν,
φεύ’νε κι αλλού πετούνε

♫

Φεύ’νε, φεύ’νε τα πουλόπα!
Αφήν’νε τα φωλέας ατουν και φεύ’νε
Φωλέας ντο έχτισαν πριν γεννίεται ο Χριστόν,
ας σα πανάρχαια τα χρόνι͜α
Έρημα και παντέρημα χωρία, πολιτείας

♫

Μη κλαίτεν ξάι, πουλόπα μου,
τα μέρι͜α μουν ’κι χάν’νταν
Πάντα ελληνικά έσαν
κι αέτσ’ θα είναι πάντα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αέτσ’έτσι
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατουντους
αφήν’νεαφήνουν
γεννίεταιγεννιέται
εβζήενέσβησε
εγέντονέγινε
εκχ̌ύενεκχύθηκε, χύθηκε, εξέρρευσε εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
ενεβζήενέσβησε
έσανήταν
καμπάνας(ον.πληθ., τα) καμπάνες
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλίαλαλιά, φωνή
μέρι͜αμέρη
μουνμας
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ξάικαθόλου
ολόενολόκληρο/η
ποπάπαπά
πουλόπαπουλάκια
συντρομάζειτρέμει ολόκληρος/η/ο
τουντους
φεύ’νεφεύγουν
φτερόπαφτεράκια
φωλέας(ονομ.πληθ.) φωλιές, (γεν. ενικού) φωλιάς
χάν’ντανχάνονται, διώχνονται
χωρίαχωριά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αέτσ’έτσι
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
ατουντους
αφήν’νεαφήνουν
γεννίεταιγεννιέται
εβζήενέσβησε
εγέντονέγινε
εκχ̌ύενεκχύθηκε, χύθηκε, εξέρρευσε εκχύνω<ἐγχέω< ἐν + χέω
ενεβζήενέσβησε
έσανήταν
καμπάνας(ον.πληθ., τα) καμπάνες
’κιδεν οὐκί<οὐχί
λαλίαλαλιά, φωνή
μέρι͜αμέρη
μουνμας
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
ξάικαθόλου
ολόενολόκληρο/η
ποπάπαπά
πουλόπαπουλάκια
συντρομάζειτρέμει ολόκληρος/η/ο
τουντους
φεύ’νεφεύγουν
φτερόπαφτεράκια
φωλέας(ονομ.πληθ.) φωλιές, (γεν. ενικού) φωλιάς
χάν’ντανχάνονται, διώχνονται
χωρίαχωριά
Κλαίει η Μαύρη Θάλασσα
Σημειώσεις
Απαγγελία: Κωνσταντία Αποστολίδου, Αλεξάνδρα Σιμιτσή, Θεόδωρος Σαββίδης
Χορωδία: Γεωργία Παρουτσίδου, Ελευθερία Παρουτσίδου, Κατερίνα Φωτιάδου, Λία Καραβανά

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost