.
.
Τ’ ουρανού τα μερτιβένια

Τ’ ουρανού τα μερτιβένια

Στιχουργοί
Συνθέτες
Τ’ ουρανού τα μερτιβένια
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Εγώ είμαι Τονγιαλής
τραγωδι͜άνος, χοροντζ̌ής
Έπαρ’ με, θα ’ίνουμαι
τη καρδι͜άς ι-σ’ χουζμετσ̌ής

Τ’ ουρανού τα μερτιβένια
’κι κρατεί ατα τεμέλ’;
Να ηβαίνω κι ευρήκω σε
παίρω τη χ̌ειλί’ σ’ το μέλ’

Σην Κατίρκαγιαν εχ̌ι͜όντσεν
και σα χαμελά γριντζών’
Έλα ούσνα θα μερών’
σ’ εγκαλιόπο μ’ το χουλιόν

Όσον πόσον ν’ αναμένω;
’Βράδυνεν και πουθέν ’κ’ έν’
Ας σ’ οσπίτ’ν ατ’ς έξ’ ’κ’ εβγαίν’
γιάμ’ είμες τοουσ̌εμέν’;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ατααυτά
ατ’ςαυτής, της
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
γριντζών’μορφάζει δείχνοντας τα δόντια του, μτφ. (για καιρό) έχει υπερβολικό κρύο
εβγαίν’βγαίνει
εγκαλιόποαγκαλίτσα
είμεςείμαστε
έν’είναι
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
έπαρ’(προστ.) πάρε
ευρήκωβρίσκω
εχ̌ι͜όντσενχιόνισε
ηβαίνωβγαίνω, ανεβαίνω
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
Κατίρκαγιανπαρχάρι στην περιοχή της Τόνιας στο οποίο κάθε τρίτη Παρασκευή του Ιουλίου γίνεται μεγάλο πανηγύρι, το οποίο ταυτίζεται από πολλούς με την γιορτή του Προφήτη Ηλία Kadırga
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
μέλ’μέλι
μερτιβένιασκάλες, σκαλοπάτια merdiven/nerdubān
μερών’μερώνει, ξημερώνει
όσον πόσονπόσο πια; μέχρι πότε;
οσπίτ’νσπίτι hospitium<hospes
ούσναμέχρι που, έως ότου
παίρωπαίρνω
πουθένπουθενά
τεμέλ’θεμέλιο
τοουσ̌εμέν’μαλωμένοι dövüşmek
τραγωδι͜άνοςτραγουδιστής
χ̌ειλί’χειλιού
χαμελάχαμηλά
χοροντζ̌ήςχορευτής, ο έχων έφεση στο χορό χορός + çı
χουζμετσ̌ήςυπηρέτης hizmetçi
χουλιόνζεστό
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ατααυτά
ατ’ςαυτής, της
γιάμ’μήπως, ή μη ya/yā + μη
γριντζών’μορφάζει δείχνοντας τα δόντια του, μτφ. (για καιρό) έχει υπερβολικό κρύο
εβγαίν’βγαίνει
εγκαλιόποαγκαλίτσα
είμεςείμαστε
έν’είναι
έξ’έξω ή ο αριθμός έξι
έπαρ’(προστ.) πάρε
ευρήκωβρίσκω
εχ̌ι͜όντσενχιόνισε
ηβαίνωβγαίνω, ανεβαίνω
’ίνουμαιγίνομαι
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
Κατίρκαγιανπαρχάρι στην περιοχή της Τόνιας στο οποίο κάθε τρίτη Παρασκευή του Ιουλίου γίνεται μεγάλο πανηγύρι, το οποίο ταυτίζεται από πολλούς με την γιορτή του Προφήτη Ηλία Kadırga
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
μέλ’μέλι
μερτιβένιασκάλες, σκαλοπάτια merdiven/nerdubān
μερών’μερώνει, ξημερώνει
όσον πόσονπόσο πια; μέχρι πότε;
οσπίτ’νσπίτι hospitium<hospes
ούσναμέχρι που, έως ότου
παίρωπαίρνω
πουθένπουθενά
τεμέλ’θεμέλιο
τοουσ̌εμέν’μαλωμένοι dövüşmek
τραγωδι͜άνοςτραγουδιστής
χ̌ειλί’χειλιού
χαμελάχαμηλά
χοροντζ̌ήςχορευτής, ο έχων έφεση στο χορό χορός + çı
χουζμετσ̌ήςυπηρέτης hizmetçi
χουλιόνζεστό
Τ’ ουρανού τα μερτιβένια

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr