Ποντιακός Στίχος

Προβολή Τραγουδιού

Κατεβάστε τους στίχους σε PDF

Πιπιλομμάταινα

Προσδιορισμός - Σα ιχνάρι͜α τ’ Ασ̌αλούμ’Προσδιορισμός - Σα ιχνάρι͜α τ’ Ασ̌αλούμ’

Στιχουργοί: Παραδοσιακό

Συνθέτες: Παραδοσιακό

Καλλιτέχνες: Γιώργος Σοφιανίδης, Μάριος Σιαπανίδης


Την πιπιλομμάταινα,
ούι! ανάθεμ’ ατέναν
Κι αν ’κι δί’τε μ’ ατέναν
φυγαδι͜άζομ’ ατέναν

Τ’ αιϊδόπον βόσ̌κεται,
σ̌υρίζ’ ατο, κλώσ̌κεται
Εγώ τηνάν αγαπώ
ταραπουλούζ’ ζώσ̌κεται

Δέβα αδά και δέβα ακεί,
ας φιλώ σε κι επεκεί
Με τ’ εφίλεσα σε μίαν
πας̌ κι εποίκα σε ζεμίαν;

Ε! παιδία ντό λέτεν;
Πάμε ση χαμαιλέτεν;
Εκεί έν’ έναν κορίτσ’,
καν’νάν τιδέν μη λέτεν

Έι! ν’ αηλί εμέν, ν’ αηλί
πού θα μένω τουβραδί’;
Άμον άπλυτον μαλλίν,
πάντα κείμαι σην αυλήν
Γλωσσάρι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αδάεδώ
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
αιϊδόπονκατσικάκι
ακείεκεί
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
ατέναναυτήν
βόσ̌κεταιβοσκάει
δέβα(προστ.) πήγαινε
δί’τεδίνετε
έν’είναι
επεκείαπό εκεί, από τότε, ύστερα, κατόπιν
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
εφίλεσαφίλησα
ζεμίανζημιά
ζώσ̌κεταιζώνεται, φοράει πάνω του ζώννυμι
καν’νάνκανέναν
κείμαικείτομαι, ξαπλώνω
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλώσ̌κεταιγυρίζει, επιστρέφει
λέτενλέτε
μίανμια φορά
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
παιδίαπαιδιά
πας̌μήπως, μπας και, είναι δυνατόν, μην τύχει (και) μήν πᾶς
πιπιλομμάταινααυτή που έχει μάτια μικρά σαν πιπίλια=κουκούτσια
σ̌υρίζ’σφυρίζω/ει σῦριγξ
ταραπουλούζ’μεταξωτό ζωνάρι το οποίο στην ύφανσή του έβγαζε κάθετες και οριζόντιες ραβδώσεις με αποτέλεσμα να σχηματίζεται καρό Ṭarābulus<Τρίπολις [η Τρίπολη του Λιβάνου φημιζόταν ιστορικά για την παραγωγή μεταξωτών και βαμβακερών υφασμάτων, κυρίως κατά την οθωμανική περίοδο αλλά και νωρίτερα, στη μεσαιωνική εποχή]
τηνάναυτόν/ην που
τιδέντίποτα
τουβραδί’κατά το βράδυ, τις απογευματινές ώρες του βραδύ(ου)
φυγαδι͜άζομ’φυγαδεύουμε
χαμαιλέτεννερόμυλο

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Τραγούδια: 10001 | Albums/Singles: 1858 | Συντελεστές: 2086 | Λήμματα: 16672
Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr