.
.
Deniz’e

Λέγω σε

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Λέγω σε
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Επάτεσα την κάταν,
εποίκε «μιάου-μιάου»
Εξέβεν σο κ̌ιοφάλι μ’,
αρ’ εγώ ντέ ν’ ευτά̤ω

Λέγω σε, λέγω σε,
λέγω σε τίνος είσαι;
Μετ’ εμέν λες κ̌αι γελάς,
με τίναν στρώντς κ̌αι κ̌είσαι;

Η κάτα πάει σο χαλκόν,
αψέστε τα δαδία
Κόρ’ όνταν εγάπα̤να
εγέντον πεταφέρα

Λέγω σε, λέγω σε,
λέγω σε τίνος είσαι;
Μετ’ εμέν λες κ̌αι γελάς,
με τίναν στρώντς κ̌αι κ̌είσαι;

Çıktı kedi karşıma
dediki miyav miyav
Ha bu ne biçim iştir
tutmadı gene ayar¹

Λέγω σε, λέγω σε,
λέγω σε τίνος είσαι;
Μετ’ εμέν λες κ̌αι γελάς,
με τίναν στρώντς κ̌αι κ̌είσαι;

Τ’ οσπίτι μ’ απέσ’ σ’ όρος,
ολόερα κλεθρία
Παίρουν άν’ και κρούγ̆ουν κά’
τη Τόνιας τα παιδία

Λέγω σε, λέγω σε,
λέγω σε τίνος είσαι;
Μετ’ εμέν λες κ̌αι γελάς,
με τίναν στρώντς κ̌αι κ̌είσαι;

Επούκα σο κρεβάτο σου,
ευτά̤γω «μιάου-μιάου»
Κ̌οιμίζω τον άντρα σου
κ̌ι ό,τι θέλω ευτά̤ω

Λέγω σε, λέγω σε,
λέγω σε τίνος είσαι;
Μετ’ εμέν λες κ̌αι γελάς,
με τίναν στρώντς κ̌αι κ̌είσαι;
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άν’άνω, πάνω, άνωθεν
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
δαδίαδαδιά, ρητινώδη τμήματα κορμού δέντρου που χρησιμοποιούνται για προσανάμματα δαδίν<δᾳδίον<δᾴς
εγέντονέγινε
εξέβενβγήκε, ανέβηκε
επάτεσαπάτησα
εποίκεέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
ευτά̤γωκάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
κ̌είσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κά’κάτι
κάταγάτα
κάτανγάτα
κλεθρίαΆλνος ο κολλώδης, γνωστό με τις ονομασίες κλήθρα ή σκλήθρα
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
ολόεραολόγυρα
όντανόταν
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
παιδίαπαιδιά
στρώντςστρώνεις
τίνανποιον/α
τίνοςποιού;
χαλκόνμεγάλος χάλκινος λέβητας/καζάνι που χρησιμοποιείται για θέρμανση νερού για την παρασκευή φαγητού για πολλά άτομα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άν’άνω, πάνω, άνωθεν
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
δαδίαδαδιά, ρητινώδη τμήματα κορμού δέντρου που χρησιμοποιούνται για προσανάμματα δαδίν<δᾳδίον<δᾴς
εγέντονέγινε
εξέβενβγήκε, ανέβηκε
επάτεσαπάτησα
εποίκεέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
ευτά̤γωκάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
κ̌είσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κά’κάτι
κάταγάτα
κάτανγάτα
κλεθρίαΆλνος ο κολλώδης, γνωστό με τις ονομασίες κλήθρα ή σκλήθρα
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
ολόεραολόγυρα
όντανόταν
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
παιδίαπαιδιά
στρώντςστρώνεις
τίνανποιον/α
τίνοςποιού;
χαλκόνμεγάλος χάλκινος λέβητας/καζάνι που χρησιμοποιείται για θέρμανση νερού για την παρασκευή φαγητού για πολλά άτομα
Λέγω σε
Σημειώσεις
Φωνητικά: Canan Eş

¹ Μου πετάχτηκε μια γάτα μπροστά μου
κι έκανε «μιάου μιάου»
Α, τι είδους πράγμα είναι αυτό,
πάλι δεν “κούμπωσε” το πράγμα (πάλι δεν βγήκε το μέτρο)

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost