.
.
Κρωμέτ’κα τραγωδίας

Ο πρόσωπο σ’ τραντάφυλλον

Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
Ο πρόσωπο σ’ τραντάφυλλον
Στιχουργοί: Παραδοσιακό
Συνθέτες: Παραδοσιακό
fullscreen
Ο πρόσωπο σ’ τραντάφυλλον,
αρνόπο μ’, έλα -ν- έλα
Σα μὲσα σ’ να τυλίγουμαι,
εσύ τέρ’ με και γέλα

Σα μέσα σ’ να τυλίγουμαι
δύο-τρία φοράς -ι
Όντες τερώ σον πρόσωπο σ’
γιατί αρ’ φεύ’ η χρά σ’ -ι;

Ατά τ’ ομμάτι͜α που ελέπ’,
πώς να μη παλαλούται;
Άψιμον να έν’ καίεται,
κρεμός να έν’ σκοτούται

Τ’ ομματόπα σ’, γιαρ, έμορφα,
τ’ οφρύδι͜α σ’ πογιαμάδες
Κουρπάν’ σο πόι σ’ να ’ίν’ντανε
δεκαοχτώ γιοσμάδες

Ση κεμεντζ̌ές ι-μ’ σο κιφάλ’
πουλίν ’κι κοντουρεύω
Τα έμορφα τα κοράσ̌ι͜α
εγώ θα καντουρεύω
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ατάαυτά
άψιμονφωτιά
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γιοσμάδεςκομψοί, λεβέντες νέοι yosma
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έμορφαόμορφα
έν’είναι
’ίν’ντανεγίνονται
καίεταικαίγεται
καντουρεύωξεγελάω, εξαπατάω, κοροϊδεύω kandırmak
κεμεντζ̌έςλύρας kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κιφάλ’κεφάλι
κοντουρεύωτοποθετώ, βάζω πάνω kondurmak
κοράσ̌ι͜ακορίτσια
κουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
κρεμόςγκρεμός
μὲσα(τα) η μέση
ομμάτι͜αμάτια
ομματόπαματάκια
όντεςόταν
οφρύδι͜αφρύδια
παλαλούταιτρελαίνεται
πογιαμάδεςβαφές μτφ. βαμμένα boyama
πόιύψος, μπόι (ανάστημα) boy
σκοτούταισκοτώνεται
τέρ’(προστ.) κοίταξε
τερώκοιτώ
τραντάφυλλοντριαντάφυλλο
τυλίγουμαιτυλίγομαι
φεύ’φεύγει
φοράςφορές
χράχροιά, το χρώμα του δέρματος, όψη
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
αρνόποαρνάκι, χαϊδευτική προσφώνηση γυναίκας
ατάαυτά
άψιμονφωτιά
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γιοσμάδεςκομψοί, λεβέντες νέοι yosma
ελέπ’βλέπει/βλέπω
έμορφαόμορφα
έν’είναι
’ίν’ντανεγίνονται
καίεταικαίγεται
καντουρεύωξεγελάω, εξαπατάω, κοροϊδεύω kandırmak
κεμεντζ̌έςλύρας kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κιφάλ’κεφάλι
κοντουρεύωτοποθετώ, βάζω πάνω kondurmak
κοράσ̌ι͜ακορίτσια
κουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
κρεμόςγκρεμός
μὲσα(τα) η μέση
ομμάτι͜αμάτια
ομματόπαματάκια
όντεςόταν
οφρύδι͜αφρύδια
παλαλούταιτρελαίνεται
πογιαμάδεςβαφές μτφ. βαμμένα boyama
πόιύψος, μπόι (ανάστημα) boy
σκοτούταισκοτώνεται
τέρ’(προστ.) κοίταξε
τερώκοιτώ
τραντάφυλλοντριαντάφυλλο
τυλίγουμαιτυλίγομαι
φεύ’φεύγει
φοράςφορές
χράχροιά, το χρώμα του δέρματος, όψη
Ο πρόσωπο σ’ τραντάφυλλον
Σημειώσεις
Επιτραπέζιος σκοπός γνωστός από την εκτέλεση του Σταύρη Πετρίδη, ο οποίος τον κατέγραψε σε δίσκο 78 στροφών το 1936.

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost