.
.
Πού είσαι, Μέγα Αλέξανδρε

Σήμαντρα και καμπάνας

Στιχουργοί
Συνθέτες
Σήμαντρα και καμπάνας
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Σήμαντρα και καμπάνας κρού’ν,
έρθαν μαύρα χαπέρι͜α
Για τοπλαέψτεν τα μωρά,
θ’ αφήνομε τα μέρι͜α

Θ’ αφήνομε τ’ οσπίτι͜α μουν
και τα περιουσίας,
τα μοναστήρι͜α σα ραχ̌ι͜ά
κι όλια τα εκκλησίας

Εχπάσταμε και φεύομε,
’φέκαμε τα εικόνας
τη Παναΐας Σουμελά,
τ’ Αγιάνν’ τη Βαζελώνας

Και τον Α’έρ’ εφέκαμε
τον Περιστερεώταν
σα κάσ̌ι͜α τη Γαλίανας
με ανοιχτόν την πόρταν

Τα μοναστήρι͜α επέμ’νανε
σα τούρκικα τα χ̌έρι͜α
Εγλούπ’σανε και -ν- έκοψαν
εικόνας με μαχ̌αίρια

Άλλο ’κι ταγιανίζ’ η ψ̌η μ’,
τα δάκρυ͜α μ’ ετελέθαν
Ν’ αηλί εεινούς π’ εχάθανε
και ακόμαν ’κ’ ευρέθαν
Σο Ερζουρούμ’ π’ εχάθανε
και ακόμαν ’κ’ ευρέθαν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
Α’έρ’αϊ-Γιώργη
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
αφήνομεαφήνουμε
εικόνας(ονομ. πληθ., τα) εικόνες
επέμ’νανεαπόμειναν
έρθανήρθαν
ετελέθαν(αμτβ.) τελείωσαν, εξαντλήθηκαν, μτφ. πέθαναν
ευρέθανβρέθηκαν
εφέκαμεαφήσαμε
εχάθανεχάθηκαν
εχπάσταμεαναχωρήσαμε, κινήσαμε για
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καμπάνας(ον.πληθ., τα) καμπάνες
κάσ̌ι͜ααπότομοι βράχοι, γκρεμοί kaş
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρού’νχτυπούν κρούω
μέρι͜αμέρη
μουνμας
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όλιαόλα
οσπίτι͜ασπίτια hospitium<hospes
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
ταγιανίζ’αντέχω/ει, βαστάω/ει, υπομένω/ει dayanmak
τοπλαέψτεν(προστ.) μαζέψτε, συγκεντρώστε toplamak
’φέκαμε(εφέκαμε) αφήσαμε
φεύομεφεύγουμε
χαπέρι͜αειδήσεις, νέα haber/ḫaber
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
Α’έρ’αϊ-Γιώργη
αηλίαλίμονο ἀ- + μεσαιωνική ελληνική ἠλί < εβραϊκά אל (θεός)
αφήνομεαφήνουμε
εικόνας(ονομ. πληθ., τα) εικόνες
επέμ’νανεαπόμειναν
έρθανήρθαν
ετελέθαν(αμτβ.) τελείωσαν, εξαντλήθηκαν, μτφ. πέθαναν
ευρέθανβρέθηκαν
εφέκαμεαφήσαμε
εχάθανεχάθηκαν
εχπάσταμεαναχωρήσαμε, κινήσαμε για
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καμπάνας(ον.πληθ., τα) καμπάνες
κάσ̌ι͜ααπότομοι βράχοι, γκρεμοί kaş
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κρού’νχτυπούν κρούω
μέρι͜αμέρη
μουνμας
ν’ αηλίαλίμονο μεσαιων. ελλ. ἀλί<ἀ- + ἠλί (εβραϊκά אל)= θεός
όλιαόλα
οσπίτι͜ασπίτια hospitium<hospes
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
ταγιανίζ’αντέχω/ει, βαστάω/ει, υπομένω/ει dayanmak
τοπλαέψτεν(προστ.) μαζέψτε, συγκεντρώστε toplamak
’φέκαμε(εφέκαμε) αφήσαμε
φεύομεφεύγουμε
χαπέρι͜αειδήσεις, νέα haber/ḫaber
ψ̌ηψυχή
Σήμαντρα και καμπάνας

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr