.
.
Ματσουκάκικο μακρύν/Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)

Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)

Στιχουργοί
Συνθέτες
Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)
Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Εκάεν [ξαν] και το Τσ̌άμπασ̌ιν,
επέμ’ναν τα τουβάρι͜α
[γιαρ, γιαρ, αμάν]
[Και -ν-] Ερρούξαν σο γουρτάρεμαν
[και] τ’ Ορτούς τα παλληκάρι͜α/τσ̌αναβάρι͜α
[γιαρ, γιαρ, αμάν/Κομμενόχρονον!]

Χάϊντε, χάϊντε το κορτσόπον
bizim odaya¹
Θα σε πάρω και θα φύγω,
μα την Παναγιά!

[Εχ!] Λαλώ, λαλώ [ξαν, γιαρ] και ’κι λαλείς,
να κόφκεται η λαλία σ’
[γιαρ, γιαρ, αμάν[
[Και -ν-] Ας σο Θεόν [και] ν’ ευρήκ’ς ατο
[και] με την περηφανεία σ’
[Σ̌κυλοκούταβον!]

Haydı, haydı, gidelim
bizim odaya²
Θα σε πάρω και θα φύγω
Μα την Παναγιά!

Άπιστε μ’ [ξαν] και -ν- αθεόφοβε μ’
αρ’ έλα -ι μετ’ εμένα
[γιαρ, γιαρ, αμάν]
[Και] Στα μέσα σ’ να τυλίγουμαι
[και] τέρ’ με, ψ̌ήκα μ’, και γέλα
[Κομμενόχρονον!]

Χάϊντε, χάϊντε το κορτσόπον
bizim odaya¹
Θα σε πάρω και θα φύγω,
μα την Παναγιά!
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γουρτάρεμανσώσιμο, διάσωση kurtarma
εκάενκάηκε
επέμ’ναναπόμειναν
ερρούξανέπεσαν
ευρήκ’ςβρίσκεις
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κομμενόχρονοναυτό που είθε να του κοπούν τα χρόνια
κορτσόπονκοριτσάκι
κόφκεταικόβεται
λαλείςβγάζεις λαλιά, καλείς, αποκαλείς, προσκαλείς, οδηγείς
λαλίαλαλιά, φωνή
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
ξανπάλι, ξανά
τέρ’(προστ.) κοίταξε
τουβάρι͜ατοίχοι duvar/dīvār
Τσ̌άμπασ̌ινπαρχάρι των Κοτυώρων του Πόντου (σημ. Ordu) στα ΝΑ της σημερινής επαρχίας Ορντού πολύ κοντά στα σύνορα με την επαρχία Κερασούντας Çambaşı (κυρ. Πευκοκορφή)
τσ̌αναβάρι͜αθηρία, τέρατα, μτφ. παλληκάρια canavar/cānāver
τυλίγουμαιτυλίγομαι
ψ̌ήκαψυχούλα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σοαπ’ το ασό σο (από το)
γιαραγαπητός/ή/ό, αγάπη yâr
γουρτάρεμανσώσιμο, διάσωση kurtarma
εκάενκάηκε
επέμ’ναναπόμειναν
ερρούξανέπεσαν
ευρήκ’ςβρίσκεις
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κομμενόχρονοναυτό που είθε να του κοπούν τα χρόνια
κορτσόπονκοριτσάκι
κόφκεταικόβεται
λαλείςβγάζεις λαλιά, καλείς, αποκαλείς, προσκαλείς, οδηγείς
λαλίαλαλιά, φωνή
λαλώβγάζω λαλιά, καλώ, αποκαλώ, προσκαλώ, οδηγώ
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
ξανπάλι, ξανά
τέρ’(προστ.) κοίταξε
τουβάρι͜ατοίχοι duvar/dīvār
Τσ̌άμπασ̌ινπαρχάρι των Κοτυώρων του Πόντου (σημ. Ordu) στα ΝΑ της σημερινής επαρχίας Ορντού πολύ κοντά στα σύνορα με την επαρχία Κερασούντας Çambaşı (κυρ. Πευκοκορφή)
τσ̌αναβάρι͜αθηρία, τέρατα, μτφ. παλληκάρια canavar/cānāver
τυλίγουμαιτυλίγομαι
ψ̌ήκαψυχούλα
Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)
Γιαρ γιαρ αμάν (Εκάεν και το Τσ̌άμπασ̌ιν)
Σημειώσεις
¹ στο δωμάτιό μας
² Άντε, άντε πάμε στο δωμάτιό μας!

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr