Με αυτό το τραγούδι ξεκινά το τελετουργικό του στολισμού της νύφης στην Κερασούντα. Η νύφη κάθεται σε ένα κάθισμα στο κέντρο του δωματίου, ενώ οι συνομήλικες φίλες της τη χτενίζουν και πλέκουν τα μαλλιά της σε πλεξούδες. Δύο ομάδες νέων, αγοριών και κοριτσιών, στέκονται δεξιά και αριστερά της και τραγουδούν αντιφωνικά, με τη συνοδεία ντεφιού. Η μελωδία του τραγουδιού ήταν ιδιαίτερα συγκινητική, με αποτέλεσμα τόσο η νύφη όσο και οι συγγενείς που παρευρίσκονταν στην τελετή να ξεσπούν συχνά σε κλάματα.
Ο Γεώργιος Βαλαβάνης θυμόταν από την παιδική του ηλικία τους πρώτους στίχους του τραγουδιού, όμως, όπως καταγράφει ο ίδιος, συνάντησε μεγάλη δυσκολία στην αναζήτηση των υπόλοιπων. Τελικά, τον βοήθησαν να τους ανασυνθέσει η Κατίγκω Παπαδοπούλου, από τα Παλαιά Σφαγεία, και ο Ιωάννης Παπαδόπουλος, από τη Δραπετσώνα.