.
.
Σην ξενιτείαν που θα πάει/Χορός Σέρα Πυρρίχιος

Σην ξενιτείαν που θα πάει

Στιχουργοί
Συνθέτες
Σην ξενιτείαν που θα πάει
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Εσέβα -ν- απάν’ σο παπόρ’,
πάω σην ξενιτείαν
Το παπόρ’ δάκρυ͜α εγόμωσα,
τη θάλασσαν λαλίαν

Σην ξενιτείαν, πουλόπο μ’,
ποίος μαειρεύ’ και φά͜ει σε
Ποίος στρών’ το κρεβατόπο σ’
και κείσαι και κοιμάσαι;

Σην ξενιτείαν που θα ζει
θα έχ̌’ δύο καρδίας
Σ’ έναν θα βάλλ’ τα τερτόπα,
σ’ άλλο τ’ αροθυμίας
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απάν’πάνω
αροθυμίας(γεν.) νοσταλγίας, (πληθ.) νοσταλγίες
βάλλ’βάζω/ει
εγόμωσαγέμισα
εσέβαμπήκα
έχ̌’έχει
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κρεβατόποκρεβατάκι
λαλίανλαλιά, φωνή
μαειρεύ’μαγειρεύει
παπόρ’βαπόρι, καράβι vapore
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πουλόποπουλάκι
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φά͜ειταΐζει
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απάν’πάνω
αροθυμίας(γεν.) νοσταλγίας, (πληθ.) νοσταλγίες
βάλλ’βάζω/ει
εγόμωσαγέμισα
εσέβαμπήκα
έχ̌’έχει
καρδίας(τη, γεν.) καρδιάς, (τα, ονομ. πληθ.) καρδιές
κείσαικείτεσαι, ξαπλώνεις
κρεβατόποκρεβατάκι
λαλίανλαλιά, φωνή
μαειρεύ’μαγειρεύει
παπόρ’βαπόρι, καράβι vapore
ποίος(ερωτημ.) ποιός, (αναφ.αντων.) όποιος
πουλόποπουλάκι
τερτόπα(υποκορ.) καημοί, βάσανα, στενοχώριες dert
φά͜ειταΐζει
Σην ξενιτείαν που θα πάει

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr