.
.
Για δώστε με έναν ρακίν

Για δώστε με έναν ρακίν

Στιχουργοί
Συνθέτες
Για δώστε με έναν ρακίν
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Για δώστε με -ν- έναν ρακίν
κι έναν νερόπον κρύον
Ας αρχινώ να τραγωδώ [λελεύω σας!]
απ’ ολίγ̆ον ολίγ̆ον

Που είπαν πα -ν-, ας είπανε,
που ’κ’ είπαν πα -ν-, ας λέγ’νε
Τ’ εμόν οι φίλ’ ας χ̌αίρουνταν [λελεύω σε!]
και οι τουσ̌μάν’ ας κλαίγ’νε

Εγώ πα πίνω το ρακίν 
αρ’ άμον το νερόν -ι
Πίνω και κλαίγω μετ’ εσέν [λελεύω σε!]
απόψ’ ως να μερώνει

Που είπαν πα -ν-, ας είπανε,
που ’κ’ είπαν πα -ν-, ας λέγ’νε
Τ’ εμόν οι φίλ’ ας χ̌αίρουνταν [λελεύω σε!]
και οι τουσ̌μάν’ ας κλαίγ’νε

Εσέν ρακόπον πίνω σε
πασ̌κείμ’ για μεθυσίαν;
Πίνω σε -ν- ας σ’ εφκιάροπο μ’ [λελεύω σε!]
κι ας σην τυρα̤νννισία 

Η κεμεντζ̌έ μ’ κοκκύμελον,
το καπάκ’ ελατένεν
Τ’ εσόν η καρδι͜ά σίδερον, [σαρίν αρνί μ’]
τ’ εμόν μαλαματένεν

Εμέν το ρακίν ’κι μεθεί
ας έν’ και με τ’ οκάδες
Με την τραγωδία σ’ μεθώ [Αχιλλέα!]
και φεύω ας σα πελι͜άδες

Που είπαν πα -ν-, ας είπανε,
που ’κ’ είπαν πα -ν-, ας λέγ’νε
Τ’ εμόν οι φίλ’ ας χ̌αίρουνταν [λελεύω σε!]
και οι τουσ̌μάν’ ας κλαίγ’νε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ελατένεναπό έλατο
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
εσόνδικός/ή/ό σου
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καπάκ’κάλυμμα, σκέπασμα, καπάκι kapak
κεμεντζ̌έλύρα kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλαίγ’νεκλαίνε
κοκκύμελοντο δέντρο δαμασκηνιά, δαμάσκηνο
λέγ’νελένε
λελεύωχαίρομαι
μαλαματένενμαλαματένια/ο, από χρυσάφι μάλαγμα<μαλακός
μεθυσίανμεθύσι, μέθη
μερώνειξημερώνει
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
νερόποννεράκι
οκάδεςοθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας
ολίγ̆ονλίγο
παπάλι, επίσης, ακόμα
πασ̌κείμ’μήπως, μήπως (και) πᾶς καί ἔνι
πελι͜άδεςβάσανα, σκοτούρες bela
ρακίναλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
ρακόπον(υποκορ.) αλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī + -όπον
σαρίνξανθό, κίτρινο sarı
τουσ̌μάν’εχθροί düşman/duşmān
τραγωδίατραγούδι
τραγωδώτραγουδάω
φεύωφεύγω
φίλ’(προστ. φιλώ) φίλα, (πληθ. φίλον) φίλοι
χ̌αίρουντανχαίρονται
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ας σ’(ας σου) από του, από τότε που/αφότου, (ας σο) από το/τα
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ας σηναπ’ την ασό σην (από την)
ελατένεναπό έλατο
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
εσόνδικός/ή/ό σου
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καπάκ’κάλυμμα, σκέπασμα, καπάκι kapak
κεμεντζ̌έλύρα kemençe/kemānçe
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλαίγ’νεκλαίνε
κοκκύμελοντο δέντρο δαμασκηνιά, δαμάσκηνο
λέγ’νελένε
λελεύωχαίρομαι
μαλαματένενμαλαματένια/ο, από χρυσάφι μάλαγμα<μαλακός
μεθυσίανμεθύσι, μέθη
μερώνειξημερώνει
μετ’μαζί με (με αιτιατική), με (τρόπος)
νερόποννεράκι
οκάδεςοθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας
ολίγ̆ονλίγο
παπάλι, επίσης, ακόμα
πασ̌κείμ’μήπως, μήπως (και) πᾶς καί ἔνι
πελι͜άδεςβάσανα, σκοτούρες bela
ρακίναλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī
ρακόπον(υποκορ.) αλκοολούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση φρούτων ή στεμφύλων φρούτων rakı/ˁaraḳī + -όπον
σαρίνξανθό, κίτρινο sarı
τουσ̌μάν’εχθροί düşman/duşmān
τραγωδίατραγούδι
τραγωδώτραγουδάω
φεύωφεύγω
φίλ’(προστ. φιλώ) φίλα, (πληθ. φίλον) φίλοι
χ̌αίρουντανχαίρονται
Για δώστε με έναν ρακίν

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr