.
.
Αρ’ ατώρα όντες γυρίζω/Τα τρένα σ̌υρίζ’νε

Αρ’ ατώρα όντες γυρίζω

Στιχουργοί
Συνθέτες
Αρ’ ατώρα όντες γυρίζω
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Εσύ είσαι η αναπνοή μ’,
ο χτύπον σην καρδία μ’
Χωρίς εσέναν πώς θα ζω,
πουλί μ’, σην ξενιτείαν;

Εγώ θα ξενιτεύω,
θα πάω γαζανεύω
Με παράδες θα κλώσκουμαι,
θα χτίζω, θα γουρεύω

Λες με «ποίσον υπομονήν,
θα έρ’ται έναν ημέραν
σην πατρίδαν θα κλώσ̌κεσαι,
θα έρχ̌εσαι σ’ εμέναν»

Ατότε κι άλλο καλλίον,
θα ζούμ’ απέσ’ σο χωρίον
Θα χτίουμ’, θα γουρεύκουμες
εμείς όλον το βίον

Για τη παιδίων το χατίρ’
επιδέβα τ’ οσπίτι μ’
Επιδέβα τη μανίτσα μ’,
τη γαρή μ’ και τον κύρη μ’

Ξενιτεία πέντε χρόνα̤,
βάσανα πολλά και πόνα̤
’Κ’ επέμ’νεν σην ψ̌η μ’ χαράν
για να κερδίζω παράν

’Ξενιτεύτα νέον παιδίν,
έσπρυναν τα μαλλία μ’
Έφαγα τα νεότητα μ’
σο τσ̌όλ’ την Γερμανίαν

Αρ’ ατώρα όντες γυρίζω
τ’ οσπιτόπο μου θα χτίζω
και εκεί αγαπημένα
θα ζούμε ευτυχισμένα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατότετότε
ατώρατώρα
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
γαζανεύωκερδίζω, αποκτώ πλούτο kazanmak
γαρήσύζυγος, γυναίκα karı
επέμ’νεναπόμεινε
επιδέβαέφυγα, άφησα πίσω, προσπέρασα, ξεπέρασα
έρ’ταιέρχεται
έσπρυνανάσπρισαν
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
κλώσ̌κεσαιγυρίζεις, επιστρέφεις
κλώσκουμαιγυρίζω, επιστρέφω
νεότητανιότη, νιάτα
όντεςόταν
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
παιδίωνπαιδιών
παράδεςλεφτά, χρήματα para/pāre
παράνλεφτά, το χρήμα para/pāre
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
τσ̌όλ’έρημο, ερημικό çöl
χατίρ’χάρη, σεβασμός, υπόληψη hatır/ḫāṭir
χρόνα̤χρόνια
ψ̌ηψυχή
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατότετότε
ατώρατώρα
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
γαζανεύωκερδίζω, αποκτώ πλούτο kazanmak
γαρήσύζυγος, γυναίκα karı
επέμ’νεναπόμεινε
επιδέβαέφυγα, άφησα πίσω, προσπέρασα, ξεπέρασα
έρ’ταιέρχεται
έσπρυνανάσπρισαν
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
κλώσ̌κεσαιγυρίζεις, επιστρέφεις
κλώσκουμαιγυρίζω, επιστρέφω
νεότητανιότη, νιάτα
όντεςόταν
οσπίτισπίτι hospitium<hospes
οσπιτόποσπιτάκι hospitium<hospes + -όπον
παιδίωνπαιδιών
παράδεςλεφτά, χρήματα para/pāre
παράνλεφτά, το χρήμα para/pāre
ποίσον(προστ.) κάνε, φτιάξε ποιέω, ποιῶ
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
πόνα̤(αιτ.) πόνοι, πόνους
τσ̌όλ’έρημο, ερημικό çöl
χατίρ’χάρη, σεβασμός, υπόληψη hatır/ḫāṭir
χρόνα̤χρόνια
ψ̌ηψυχή
Αρ’ ατώρα όντες γυρίζω

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr