.
.
Ιστορία και Λαογραφία της Σαντάς

Συλλογή Τσ̌άτσ̌α | Το ραχ̌όπουλον σα ξένα

fullscreen
Παρχάρι͜α καταπράσινα
τσ̌ιτσ̌ι͜άκια φορτωμένα
και λαγκαδέας χαμελά
κουρτούκια σ̌κεπαγμένα

Αροθυμώ σας τσ̌ιπ πολλά
και καίετ’ η καρδία μ’
κι αναστενάζω θλιβερά
και κόπετ’ η λαλία μ’

Νουνίζω σας και γίνομαι
άμον τσ̌ιλτουρεμένος
γιατ’ είμ’ ογώ ραχ̌όπουλον
σην δείσαν μαθεμένος

Αν αποθάνω θάψτε με
ψηλά σ’ έναν ραχ̌όπον,
τσ̌οπάν’ ν’ ακούω σ̌ύριγμαν
και γαβαλί’ λαλόπον

Σουμά μ’ να τρέχ̌’ και μουρμουρίζ’
κρύον ζιλάλ νερόπον
και σο ταφί μ’ ολόερα
να φυτρών’ χορταρόπον

Σο τσ̌ιμι͜ανόπον απάν’ κέσ’
τα χάταλα να τρέχ’νε
και κάπ’ και πού το κερόπο μ’
σο κοιμητέρι μ’ ν’ άφτ’νε
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
αποθάνωπεθαίνω
αροθυμώνοσταλγώ
άφτ’νεανάβουν
γαβαλί’φλογέρας kaval/ḳawwāl
δείσανομίχλη δεῖσα=υγρασία, λάσπη, βρωμιά
ζιλάλπολύ κρύο αγν.ετυμ.
κάπ’κάπου
κάπ’ και πούκάπου-κάπου
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κουρτούκιαχιονοστιβάδες, σωροί χιονιού ή άμμου που έχουν συσσωρευθεί κπ kürtün (διαλεκτικό kürtük/kürdük/kurtuk)
λαγκαδέαςλαγκαδιές
λαλίαλαλιά, φωνή
λαλόπονλαλιά, φωνή
μαθεμένοςμαθημένος
νερόποννεράκι
νουνίζωσκέφτομαι
ολόεραολόγυρα
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ραχ̌όπονραχούλα, μικρό βουνό
ραχ̌όπουλονπουλί του βουνού/ράχης ραχ̌ίν + πουλίν
σ̌κεπαγμένασκεπασμένα
σουμάκοντά
σ̌ύριγμανσφύριγμα σῦριγξ
ταφίτάφο
τρέχ̌’τρέχει
τρέχ’νετρέχουν
τσ̌ιλτουρεμένοςτρελαμένος çıldırmış
τσ̌ιμι͜ανόπονγρασίδι, λιβάδι çimen
τσ̌ιπεντελώς, ολότελα, ακριβώς
τσ̌ιτσ̌ι͜άκιαλουλούδια çiçek
τσ̌οπάν’τσομπάνηδες, βοσκοί, (γεν.) τσομπάνων çoban/çūbān, şūbān
χαμελάχαμηλά
χάταλαμωρά, παιδιά ἀταλός
χορταρόπονχορταράκι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άμονσαν, όπως, καθώς ἅμα
απάν’πάνω
αποθάνωπεθαίνω
αροθυμώνοσταλγώ
άφτ’νεανάβουν
γαβαλί’φλογέρας kaval/ḳawwāl
δείσανομίχλη δεῖσα=υγρασία, λάσπη, βρωμιά
ζιλάλπολύ κρύο αγν.ετυμ.
κάπ’κάπου
κάπ’ και πούκάπου-κάπου
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κουρτούκιαχιονοστιβάδες, σωροί χιονιού ή άμμου που έχουν συσσωρευθεί κπ kürtün (διαλεκτικό kürtük/kürdük/kurtuk)
λαγκαδέαςλαγκαδιές
λαλίαλαλιά, φωνή
λαλόπονλαλιά, φωνή
μαθεμένοςμαθημένος
νερόποννεράκι
νουνίζωσκέφτομαι
ολόεραολόγυρα
παρχάρι͜αορεινοί τόποι θερινής βοσκής
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ραχ̌όπονραχούλα, μικρό βουνό
ραχ̌όπουλονπουλί του βουνού/ράχης ραχ̌ίν + πουλίν
σ̌κεπαγμένασκεπασμένα
σουμάκοντά
σ̌ύριγμανσφύριγμα σῦριγξ
ταφίτάφο
τρέχ̌’τρέχει
τρέχ’νετρέχουν
τσ̌ιλτουρεμένοςτρελαμένος çıldırmış
τσ̌ιμι͜ανόπονγρασίδι, λιβάδι çimen
τσ̌ιπεντελώς, ολότελα, ακριβώς
τσ̌ιτσ̌ι͜άκιαλουλούδια çiçek
τσ̌οπάν’τσομπάνηδες, βοσκοί, (γεν.) τσομπάνων çoban/çūbān, şūbān
χαμελάχαμηλά
χάταλαμωρά, παιδιά ἀταλός
χορταρόπονχορταράκι
Σημειώσεις
Εδώ στην Ελλάδα έχει γράψει αρκετά ποιήματα ο Παύλος Τσ̌άτσ̌ας, που αν και γεννήθηκε στη Ρωσία και δεν ξέρει καθόλου τη Σαντά, όμως έγραψε αρκετά παραστατικά.
(Στάθης Αθανασιάδης)

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost