.
.
Ακρίτας του Πόντου Νο2

Με τα παράδες τη ποπά

Με τα παράδες τη ποπά
fullscreen
Αρ’ ατώρα εβραδά̤στα
σ’ ενός ποπάν οσπιτόπον
Αρ’ είπε με «καλώς όρισες!
έλα -ν- απέσ’, παιδόπο μ’»

Φά’ φαΐν, πία κρασόπον
τέρεν τ’ εμόν το κορτσόπον
Αν ευτάει σε εγώ θα δίγω
σ’ εσέν το τρανόν το βίο μ’

Νουνίζω πα ξαν νουνίζω,
’κ’ επορώ να ταγιανίζω
Ο ποπάς ντο δί’ το βίον
έν’ ας ση κυρού μ’ καλλίον!

Με τα παράδας τη ποπά
ένουμ’νε ένας πάνος
Ση κυρού μ’ τ’ οσπίτ’ν εγώ
πάντα έμ’νε ένας τσ̌οπάνος

Εθαμάεν ο λαγόν
ένουμ’νε ποπά γαμπρόν
Αρ’ ερρούξα απέσ’ σο βίον
κι ένουμ’ ’ς ση κυρού μ’ καλλίον
Αρ’ ένουμ’νε ένας πάνος,
ση κυρού μ’ πάντα τσ̌οπάνος

Ο ποπάς σ’κούται, λαγγεύ’, τρέχ̌’,
κουίζ’ την ποπαδία
Τσ̌αΐζ’ και λέει ατεν σ’ ωτίν
να χαλάει τη δουλεία

«Ποπά, ποπά, ’κ’ επορώ
ατόν θα ’φτάω γαμπρόν
Αν χαλάντς την προξενία
συ να ’χεις την αμαρτία»

Ο ποπάς σκάλωσεν αξάν
να τρώει ψωμίν και πράσα
Σίτ’ έρχουμες γαρσ̌ού-γαρσ̌ού
ατός εβγαίν’ σα ραχ̌ι͜ά

Σ’κούται ο ποπάς στεφανών’ μας
και το βράδον ανταμών’ μας
Σ’κούται ο ποπάς πουσ̌μανεύ’ με
εμέν θέλ’ για να χατεύ’ με
«Χάιτε σ̌κύλ’ να πας να χάσαι!
με την κουτσ̌ή μ’ ντό κοιμάσαι;»
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
ανταμών’φέρνει σε επαφή, συνδέει, συναρμόζει, συναντάει
αξάνξανά, πάλι
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
ατόςαυτός
ατώρατώρα
βίοτο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
βράδονβράδυ
γαρσ̌ούαπέναντι karşı
δί’δίνει
δίγωδίνω
δουλείαδουλειά, εργασία
εβγαίν’βγαίνει
εβραδά̤σταβραδιάστηκα
έμ’νεήμουν
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
ένουμ’νεέγινα
επορώμπορώ
ερρούξαέπεσα
έρχουμεςερχόμαστε
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
κορτσόπονκοριτσάκι
κουίζ’φωνάζω/ει, λαλώ/εί, καλώ/εί κπ ονομαστικά
κουτσ̌ήκόρη
κρασόπονκρασάκι
κυρούπατέρα
λαγγεύ’πηδάω/ει लङ्घ (laṅgh)
νουνίζωσκέφτομαι
ξανπάλι, ξανά
οσπίτ’νσπίτι hospitium<hospes
οσπιτόπονσπιτάκι hospitium<hospes
παπάλι, επίσης, ακόμα
παιδόποπαιδάκι
παράδαςχρήματα, λεφτά para/pāre
πία(προστ.) πιες
ποπάπαπά
ποπαδίαπαπαδιά
ποπάνπαπά
ποπάςπαπάς
πουσ̌μανεύ’μετανιώνει pişman olmak<paşmān
προξενίαπροξενιό, συνοικέσιο
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
’ς(ας) από
σίτ’καθώς, ενώ σόταν<εις όταν
σ’κούταισηκώνεται
σ̌κύλ’(γεν.) σκύλου
ταγιανίζωαντέχω, βαστάω, υπομένω dayanmak
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τρέχ̌’τρέχει
τσ̌αΐζ’φωνάζω/ει, επιπλήττω/ει
φά’(προστ.) φάε
’φτάω(ευτάω) κάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
χάιτεάντε haydi<hay de (οθωμ.)
χαλάντςχαλάς, καταστρέφεις
χάσαιχάνεσαι
χατεύ’διώχνω/ει atmak
ωτίναυτί
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
ανταμών’φέρνει σε επαφή, συνδέει, συναρμόζει, συναντάει
αξάνξανά, πάλι
απέσ’μέσα
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
ατεναυτήν
ατόςαυτός
ατώρατώρα
βίοτο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
βίοντο βιος, το σύνολο των ζωντανών που έχει στην ιδιοκτησία του κάποιος, η περιουσία κάποιου
βράδονβράδυ
γαρσ̌ούαπέναντι karşı
δί’δίνει
δίγωδίνω
δουλείαδουλειά, εργασία
εβγαίν’βγαίνει
εβραδά̤σταβραδιάστηκα
έμ’νεήμουν
εμόνδικός/ή/ό μου ἐμοῦ
έν’είναι
ένουμ’νεέγινα
επορώμπορώ
ερρούξαέπεσα
έρχουμεςερχόμαστε
ευτάεικάνει, φτιάχνει εὐθειάζω
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
καλλίον(επίθ.) καλύτερο, (επίρ.) καλύτερα
κορτσόπονκοριτσάκι
κουίζ’φωνάζω/ει, λαλώ/εί, καλώ/εί κπ ονομαστικά
κουτσ̌ήκόρη
κρασόπονκρασάκι
κυρούπατέρα
λαγγεύ’πηδάω/ει लङ्घ (laṅgh)
νουνίζωσκέφτομαι
ξανπάλι, ξανά
οσπίτ’νσπίτι hospitium<hospes
οσπιτόπονσπιτάκι hospitium<hospes
παπάλι, επίσης, ακόμα
παιδόποπαιδάκι
παράδαςχρήματα, λεφτά para/pāre
πία(προστ.) πιες
ποπάπαπά
ποπαδίαπαπαδιά
ποπάνπαπά
ποπάςπαπάς
πουσ̌μανεύ’μετανιώνει pişman olmak<paşmān
προξενίαπροξενιό, συνοικέσιο
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
’ς(ας) από
σίτ’καθώς, ενώ σόταν<εις όταν
σ’κούταισηκώνεται
σ̌κύλ’(γεν.) σκύλου
ταγιανίζωαντέχω, βαστάω, υπομένω dayanmak
τέρεν(προστ.) κοίταξε
τρέχ̌’τρέχει
τσ̌αΐζ’φωνάζω/ει, επιπλήττω/ει
φά’(προστ.) φάε
’φτάω(ευτάω) κάνω, φτιάχνω εὐθειάζω
χάιτεάντε haydi<hay de (οθωμ.)
χαλάντςχαλάς, καταστρέφεις
χάσαιχάνεσαι
χατεύ’διώχνω/ει atmak
ωτίναυτί
Με τα παράδες τη ποπά

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost