.
.
Lautlehre des Pontischen

Klagelieder aus Chaldia - Auf den Tod eines Jägers

fullscreen
Τον κάστρον ετσ̌αβίρεψαν
και τον αβτσ̌ήν επέραν
Εκεί επιρικτίρεψαν
μαστόρτς και μαθετάδας
Ουστάπασ̌ηδες έφυγαν
και οι μεϊμάρ’ εχπάσταν
Κι οι μαθετάδες, νε γουρπάν’ -τ- σ’,
«έχ̌ετεν υείαν», είπαν
Και οι μαστόρ’ εσ̌άσ̌εψαν
σε μεσοδι͜άν επέμ’ναν
Εκεί πόρτας χάλκενα
τσ̌αγκαλοκλειδωμένα
Εκεί π’ εμβαίν’ν’ κλειδούντανε
κι άλλ’ οξ̌ωκά ’κ’ εβγαίν’νε
Ενούντσαν κι ελογίστανε
και τερτσ̌ιπέν εποίκαν:
«Παιδία, ας εγδύσκουμες
κι ας απομανικούμες
Παιδία, ας πιάνομε
και ση καστρί’ μ’ τα πόρτας»
Οι δράκ’ εξέβαν στον πόλεμον
και οι πετρίτ’¹ σον κάστρεν
Τα παλληκάρι͜α κι Έλλενοι
και ση καστρί’ τα πόρτας
’Κ’ επόρεσαν ν’ ανοίγ’ν’ ατο
κι εκάτσανε και κλαίγ’νε
Κι άλλ’ έσαν νεοΰπανδροι
κι άλλ’ είχαν αρραβώνας
Κι άλλ’ έσαν παχ̌ομούστακοι
κι άλλ’ έσαν ξερογένοι
Και άλλ’ πάλ’ οι χ̌ιλέρημοι
κι αρ’ έσαν γεροντάδες
Ελάτε όρνι͜α στα ραχ̌ι͜ά,
ζουρκάδι͜α στα σελάνι͜α
Ελάτε όρνι͜α μ’ και πουλι͜ά μ’,
ελάτε͜ αποφοβίστε
Κι ο κυνηγάρτς επέθανεν
κι ο κυνηγάρτς εθάφεν
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
αβτσ̌ήνκυνηγός avcı
ανοίγ’ν’(ανοίγ’νε) ανοίγουν
απομανικούμεςσηκώνουμε τα μανίκια
αποφοβίστε(προστ.) μη φοβάστε, ξεφοβηθείτε, ξεθαρρέψτε
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εβγαίν’νεβγαίνουν
εγδύσκουμεςγδυνόμαστε
εθάφεντάφηκε, θάφτηκε
ΈλλενοιΈλληνες
ελογίστανεσυλλογίστηκαν
εμβαίν’ν’μπαίνουν
ενούντσανσκέφτηκαν
εξέβανβγήκαν
επέθανενπέθανε
επέμ’ναναπόμειναν
επέρανπήραν
επιρικτίρεψανσυνέλεξαν, μάζεψαν biriktirmek
εποίκανέκαναν, έφτιαξαν ποιέω-ῶ
επόρεσανμπόρεσαν
έσανήταν
εσ̌άσ̌εψανσάστισαν, τα έχασαν şaşmak
ετσ̌αβίρεψανπερικύκλωσαν çevirmek
έχ̌ετενέχετε
εχπάσταναναχώρησαν, κίνησαν για
ζουρκάδι͜αζαρκάδια
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κάστρενκάστρο
καστρί’κάστρου
κλαίγ’νεκλαίνε
κλειδούντανεγια συναντώμενα εξ αντιθέτου άκρα, (αμεταβ.) κλείνουν, συναρμόζονται
κυνηγάρτςκυνηγός
μαθετάδεςμαθητές, τσιράκια
μαστόρ’(ον. πληθ.) μάστορες, (γεν.αιτ. ενικ.) μάστορα magister
μαστόρτςμάστορες, τεχνίτες μαγίστωρ<magister
μεϊμάρ’αρχιτέκτονες mimar/miʿmār
μεσοδι͜άν(στη) μέση του δρόμου, καταμεσής
ξερογένοιαυτοί που είναι χωρίς γένια
οξ̌ωκάέξω
ουστάπασ̌ηδεςαρχιμάστορες ustabaşı
παιδίαπαιδιά
πάλ’πάλι, ξανά
πετρίτ’πετρίτες (είδος γερακιού)
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
σελάνι͜αλαγκάδια
τερτσ̌ιπένπροσπάθεια, απόπειρα tecrübe/tecribe
τσ̌αγκαλοκλειδωμένατσιγκελοκλειδωμένα çengel/çengāl + κλειδίον/κλείς
υείανυγεία
χάλκεναχάλκινα
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
αβτσ̌ήνκυνηγός avcı
ανοίγ’ν’(ανοίγ’νε) ανοίγουν
απομανικούμεςσηκώνουμε τα μανίκια
αποφοβίστε(προστ.) μη φοβάστε, ξεφοβηθείτε, ξεθαρρέψτε
αρ’εισάγει ή τονίζει πρόταση με ποικίλες σημασιολογικές αποχρώσεις: λοιπόν, άρα, έτσι, επομένως, δηλαδή, τέλος πάντων, τώρα, άντε, με χροιά παρότρυνσης ή επίγνωσης, όπως το τουρκ. ha ἄρα
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
εβγαίν’νεβγαίνουν
εγδύσκουμεςγδυνόμαστε
εθάφεντάφηκε, θάφτηκε
ΈλλενοιΈλληνες
ελογίστανεσυλλογίστηκαν
εμβαίν’ν’μπαίνουν
ενούντσανσκέφτηκαν
εξέβανβγήκαν
επέθανενπέθανε
επέμ’ναναπόμειναν
επέρανπήραν
επιρικτίρεψανσυνέλεξαν, μάζεψαν biriktirmek
εποίκανέκαναν, έφτιαξαν ποιέω-ῶ
επόρεσανμπόρεσαν
έσανήταν
εσ̌άσ̌εψανσάστισαν, τα έχασαν şaşmak
ετσ̌αβίρεψανπερικύκλωσαν çevirmek
έχ̌ετενέχετε
εχπάσταναναχώρησαν, κίνησαν για
ζουρκάδι͜αζαρκάδια
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κάστρενκάστρο
καστρί’κάστρου
κλαίγ’νεκλαίνε
κλειδούντανεγια συναντώμενα εξ αντιθέτου άκρα, (αμεταβ.) κλείνουν, συναρμόζονται
κυνηγάρτςκυνηγός
μαθετάδεςμαθητές, τσιράκια
μαστόρ’(ον. πληθ.) μάστορες, (γεν.αιτ. ενικ.) μάστορα magister
μαστόρτςμάστορες, τεχνίτες μαγίστωρ<magister
μεϊμάρ’αρχιτέκτονες mimar/miʿmār
μεσοδι͜άν(στη) μέση του δρόμου, καταμεσής
ξερογένοιαυτοί που είναι χωρίς γένια
οξ̌ωκάέξω
ουστάπασ̌ηδεςαρχιμάστορες ustabaşı
παιδίαπαιδιά
πάλ’πάλι, ξανά
πετρίτ’πετρίτες (είδος γερακιού)
πόρτας(ονομ.πληθ.) πόρτες porta
ραχ̌ι͜άράχες, βουνά
σελάνι͜αλαγκάδια
τερτσ̌ιπένπροσπάθεια, απόπειρα tecrübe/tecribe
τσ̌αγκαλοκλειδωμένατσιγκελοκλειδωμένα çengel/çengāl + κλειδίον/κλείς
υείανυγεία
χάλκεναχάλκινα
Σημειώσεις
¹ Ο Δ. Οικονομίδης το αποδίδει ως «πιθανόν οι αναρριχητές βράχων»

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr

Με την ευγενική χορηγία φιλοξενίας της IpHost