Ποντιακός Στίχος

Προβολή Τραγουδιού

Κατεβάστε τους στίχους σε PDF

Η ρομάνα, η ρομάνα

Δόξα τω ΘεώΔόξα τω Θεώ

Στιχουργοί: Γιώργος Νικολαΐδης

Συνθέτες: Γιώργος Νικολαΐδης

Καλλιτέχνες: Γιώργος Νικολαΐδης, Κωνσταντίνος Ιωαννίδης


Η ρομάνα, η ρομάνα
κλώσ̌κεται ας σον παρχάρ’
Κρατεί ’θόγαλαν ση βέτρι͜αν
και σ’ ωμίν σ̌ελέκ’ χορτάρ’

’Κι φοάται τα βρεχ̌ία,
’κι φοάται το χαλάζ’
Σα ορμάνια μαναχέσσα
κόφτ’ τα ξύλα, δεματι͜άζ’

Η ρομάνα τα χορτάρι͜α
κλώθ’ α̤τα τ’ αφκά απάν’
Κρούει ο ήλεν σο κορμίν ατ’ς,
σην εβόρα αφκά πίν’ τάν’

Η κόρη παρχαρομάνα,
νέγκασμαν ’κι λογαρι͜άζ’
Όντες κλώσ̌κεται σ’ οσπίτ’ν ατ’ς
όλια τα παιδία τ’ς φάζ’
Γλωσσάρι
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
απάν’πάνω
ας σοναπ’ τον ασό σον (από τον)
ατ’ςαυτής, της
αφκάκάτω
βέτρι͜ανκουβάς ведро<πρωτοσλαβ. vědro
βρεχ̌ίαβροχές
δεματι͜άζ’δεματιάζει, κάνει δεμάτια
εβόρασκιά, δροσερό μέρος
ήλενήλιος/ήλιο
’θόγαλανανθόγαλο, λιπαρή ουσία σαν αφρός που εμφανίζεται στην επιφάνεια του γάλακτος, όταν αυτό βράσει
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κλώθ’κλώθω/ει, γυρνώ/άει
κλώσ̌κεταιγυρίζει, επιστρέφει
κόφτ’κόβει
κρατείκρατάει, βαστάει, στέκει, αντέχει
κρούειχτυπάει κρούω
μαναχέσσαμονάχη
νέγκασμανκούραση
όλιαόλα
όντεςόταν
ορμάνιαδάση orman
οσπίτ’νσπίτι hospitium<hospes
παιδίαπαιδιά
παρχάρ’ορεινός τόπος θερινής βοσκής
παρχαρομάναγυναίκα που ήταν επιφορτισμένη με τις δουλειές του παρχαριού, ορεινού τόπου θερινής βοσκής
πίν’πίνω/ει
ρομάναπαρχαρομάνα, γυναίκα επιφορτισμένη με την επιμέλεια των ζώων και άλλες γαλακτοκομικές εργασίες στο παρχάρι (θερινό βοσκοτόπι)
σ̌ελέκ’φορτίο ξύλων ή χόρτων που φέρεται στη ράχη ανθρώπου şelek<շալակ (shalag)=πλάτη, ράχη, μτφ. φορτίο
τάν’το υγρό υπόλειμμα ορού γάλακτος ή κρέμας μετά το ανακάτεμα του βουτύρου Թան (tan)=λιώνω, ρέω
φάζ’ταΐζω/ει
φοάταιφοβάται
χαλάζ’χαλάζι
χορτάρ’χορτάρι
ωμίνώμος

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Τραγούδια: 10145 | Albums/Singles: 1936 | Συντελεστές: 2150 | Λήμματα: 16799
Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr