.
.
Ροζ νεραξίας

Εντροπή 1999

Στιχουργοί
Συνθέτες
Εντροπή 1999
Στιχουργοί
Συνθέτες
fullscreen
Και -ν- ας λέγω σας, παιδία,
έναν μικρόν ιστορίαν
Τ’ ομμάτι͜α μ’ ντο είδανε
και ντο έκ’σανε τ’ ωτία μ’

Νεκροθάφτισσες, ποπάδες,
παντρεμένες και χ̌ι͜οράδες
ντο ευτάν’ την αμαρτίαν
θα λέγω σας αλλομίαν

’τόν και -ν- ας σα Φάρσαλα
ατόν τον ποπάν ντο λένε
όπως γράφ’νε τα γραφτά
και γι’ ατόν πολλά κουρφεύ’νε

Εχούλεσες σο ταφίν
τη νεκροθάφτη τη γαρήν
και -ν- αργά μασκαρευτά
έσυρεν κα’ το βρακίν
Εντροπή!!!!!

Ας κρατούμ’ α’ μυστικόν
μη μαθάν’ α̤το κανείς!

Μη παίρετε, νε παιδία,
άδικα την αμαρτίαν
Έτον στεναχωρεμέντσα
κι εθέλ’νεν παρηγορίαν

Μη παίρετε, νε παιδία,
άδικα την αμαρτίαν
Έτον στεναχωρεμέντσα
κι εθέλ’νεν, κι εθέλ’νεν,
κι εθέλ’νεν παρηγορίαν

Έκ’σεν τον Χριστόδουλον
και -ν- «ελάτε όπως είστε»
ατός ο ευλοημένον
φαίνεται λάθος εγροίκ’σεν

Εθά̤ρρεσεν σο βαγγέλιον
που γράφτ’ σ’ έναν σελίδαν
«Αυξάνεστε και πληθύνεστε»
και -ν- ατό ’κ’ έν’ αμαρτίαν!

Εποίκεν την λιτανείαν
και -ν- απάν’ κέσ’ σο ταφίν
τη γαρήν τη νεκροθάφτη
έσυρεν α’ το βρακίν

Εποίκεν την λιτανείαν
και -ν- απάν’ κέσ’ σο ταφίν
τη γαρήν τη νεκροθάφτη
-Ήμαρτα, γουρπάν’ -τ- σ’ η γιάγια σ’!
Ελαφρά, ελαφρά
έσυρεν α’ το βρακίν

Αστραπές και βροντές ακολούθησαν... και καθαίρεσαν αυτόν...και φόβος κατέλαβεν την καρδίαν αυτού μήπως τον θάψει ζωντανό ο νεκροθάφτης...και εις άγνωστην περιοχήν κατευθύνθη μετά της συμβίας του και κανείς δεν γνωρίζει πώς διαβιεί και τί εργασία πράττει! Ίσως να ψήνει κάστανα σε φουφούδες ή στη ζούγκλα του Γαρυφαλλόπουλου να ταΐζει τις μαϊμούδες!

Αδά ’κι τελένομε,
έχομε κι άλλο τραγωδίαν
Θα λέμ’ κι άλλα μαρτουβάλι͜α
σο καινούρ’ ξαν τη χρονίαν

Θα γελάτε, θα γελάτε
και -ν- εσείς με την καρδίαν
Τη συνέχειαν θ’ ακούτε
τη νέαν χιλιετίαν [x2]

Και σουσέλ έχουμε!
Ρε πού πάμε, ρε!
Μοντέλα σε 12 άτοκες δόσεις!
Ρε πού πάμε, ρε!
Ορκίζομαι εις την Φιλικήν Εταιρείαν!
Χάρακας... Αβάρα Ελλαδάρα...
Γαβούρεψον, πατήρ Τσ̌ανάκαλη!
Άντε κι εσύ πα...

-Τάκη ατά ντο κρούγ’νε ντό είναι;
-Έρθεν η χιλιετία, Γιάννε!
-Έρθεν η χιλιετία;
-Ναι
-Πάμε, Λαέρτηδες!
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
α’(ατό) αυτό, το
αδάεδώ
αλλομίανάλλη μια φορά
απάν’πάνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατάαυτά
ατόςαυτός
βαγγέλιονευαγγέλιο
γαβούρεψον(προστ.) ξερόψησε, (προστ.) καβούρδισε, (προστ.) τηγάνισε, ως προτροπή σε οργανοπαίκτη να συνεχίσει να παίζει με το ίδιο πάθος kavurmak
γαρήν(αιτ.) γυναίκα karı
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
γράφ’νεγράφουν
γράφτ’γράφω/ει
εγροίκ’σενκατάλαβε
εθέλ’νενήθελε
έκ’σανεάκουσαν
έκ’σενάκουσε
έν’είναι
εντροπήντροπή
εποίκενέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
έρθενήρθε
έσυρενέσυρε, τράβηξε, έριξε
έτονήταν
ευλοημένονευλογημένο
ευτάν’κάνουν, φτιάχνουν εὐθειάζω
έχομεέχουμε
εχούλεσεςζέστανες κτ/κπ, θέρμανες κτ/κπ
ήμαρταήμαρτον, δηλωτικό μετάνοιας, από τον αόριστο β΄ του αρχαίου ρήματος ἁμαρτάνω (αμάρτησα), έκφ. έλα σα ήμαρτα=μετανόησε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κα’κάτω
καινούρ’καινούριο/α
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουρφεύ’νεπαινεύουν
κρούγ’νεχτυπούνε κρούω
μαθάν’μαθαίνει
μαρτουβάλι͜αανοησίες, αρλούμπες martaval
μασκαρευτάστ’ αστεία, χάριν αστεϊσμού maskara/masḫara
μετά(με αιτιατική) συνοδεία, μαζί με
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παιδίαπαιδιά
παίρετεπαίρνετε
παρηγορίανπαρηγοριά
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποπάδεςπαπάδες
ποπάνπαπά
πράττειπρέπει, ταιριάζει, αρμόζει, αξίζει σε κπ
στεναχωρεμέντσαστενοχωρημένη
ταφίντάφος
τελένομετελειώνουμε κτ
τραγωδίαντραγούδι
χ̌ι͜οράδεςχήρες
χρονίανχρονιά
ωτίααυτιά
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
α’(ατό) αυτό, το
αδάεδώ
αλλομίανάλλη μια φορά
απάν’πάνω
ας σααπ’ τα ασό σα (από τα)
ατάαυτά
ατόςαυτός
βαγγέλιονευαγγέλιο
γαβούρεψον(προστ.) ξερόψησε, (προστ.) καβούρδισε, (προστ.) τηγάνισε, ως προτροπή σε οργανοπαίκτη να συνεχίσει να παίζει με το ίδιο πάθος kavurmak
γαρήν(αιτ.) γυναίκα karı
γουρπάν’θυσία kurban/ḳurbān
γράφ’νεγράφουν
γράφτ’γράφω/ει
εγροίκ’σενκατάλαβε
εθέλ’νενήθελε
έκ’σανεάκουσαν
έκ’σενάκουσε
έν’είναι
εντροπήντροπή
εποίκενέκανε, έφτιαξε ποιέω-ῶ
έρθενήρθε
έσυρενέσυρε, τράβηξε, έριξε
έτονήταν
ευλοημένονευλογημένο
ευτάν’κάνουν, φτιάχνουν εὐθειάζω
έχομεέχουμε
εχούλεσεςζέστανες κτ/κπ, θέρμανες κτ/κπ
ήμαρταήμαρτον, δηλωτικό μετάνοιας, από τον αόριστο β΄ του αρχαίου ρήματος ἁμαρτάνω (αμάρτησα), έκφ. έλα σα ήμαρτα=μετανόησε
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κα’κάτω
καινούρ’καινούριο/α
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
’κιδεν οὐκί<οὐχί
κουρφεύ’νεπαινεύουν
κρούγ’νεχτυπούνε κρούω
μαθάν’μαθαίνει
μαρτουβάλι͜αανοησίες, αρλούμπες martaval
μασκαρευτάστ’ αστεία, χάριν αστεϊσμού maskara/masḫara
μετά(με αιτιατική) συνοδεία, μαζί με
ξανπάλι, ξανά
ομμάτι͜αμάτια
παπάλι, επίσης, ακόμα
παιδίαπαιδιά
παίρετεπαίρνετε
παρηγορίανπαρηγοριά
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
ποπάδεςπαπάδες
ποπάνπαπά
πράττειπρέπει, ταιριάζει, αρμόζει, αξίζει σε κπ
στεναχωρεμέντσαστενοχωρημένη
ταφίντάφος
τελένομετελειώνουμε κτ
τραγωδίαντραγούδι
χ̌ι͜οράδεςχήρες
χρονίανχρονιά
ωτίααυτιά
Εντροπή 1999

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr