.
.
Λαογραφικά των Κοτυώρων | Από τη ζωή του Πόντου

Το καλόν και ο τουσ̌μάνον

fullscreen
Κάποιος έτον πολλά άρρωστος. Σο βράδον έβγαινεν ’κ’ έβγαινεν. Σ’ ολημέρα κέσ’ εθέλεσαν να εκοινώνιζαν ατον κι ερώτεσαν ατον αν έν’ με την κανείναν χολα̤σμένος να πάνε κουίζ’ν’ ατον κι ιεύ’νε. Ελάιξεν το κιφάλ’ εκείνος πα και άντζ̌α επόρεσεν και είπεν ατ’ς:
-Με την κανείναν πα ’κ’ είμαι χολα̤σμένος, επειδής και κανείναν καλόν ’κ’ εποίκα, να έχω και τουσ̌μάνον...
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλευση
άντζ̌αμόλις που, μετά βίας, τότε μόνο ancak
ατ’ςαυτής, της
βράδονβράδυ
εθέλεσανθέλησαν
ελάιξενκούνησε, έσεισε
έν’είναι
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
επόρεσενμπόρεσε
ερώτεσανρώτησαν
έτονήταν
ιεύ’νεταιριάζουν uymak
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κανείνανκανένα
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κιφάλ’κεφάλι
κουίζ’ν’φωνάζουν, λαλούνε, καλούνε κπ ονομαστικά
παπάλι, επίσης, ακόμα
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τουσ̌μάνονεχθρός, εχθρό düşman/duşmān
ΚείμενοΕπεξήγησηΕτυμ. ΡίζαΠροέλ.
άντζ̌αμόλις που, μετά βίας, τότε μόνο ancak
ατ’ςαυτής, της
βράδονβράδυ
εθέλεσανθέλησαν
ελάιξενκούνησε, έσεισε
έν’είναι
εποίκαέκανα, έφτιαξα ποιέω-ῶ
επόρεσενμπόρεσε
ερώτεσανρώτησαν
έτονήταν
ιεύ’νεταιριάζουν uymak
’κ’δεν οὐκί<οὐχί
κανείνανκανένα
κέσ’προς τα εκεί, προς το μέρος εκείνο κέσου<κεῖσ’<κεῖσε<ἐκεῖσε
κιφάλ’κεφάλι
κουίζ’ν’φωνάζουν, λαλούνε, καλούνε κπ ονομαστικά
παπάλι, επίσης, ακόμα
πολλά(επίθ.) πολλά, (επίρρ.) πολύ
τουσ̌μάνονεχθρός, εχθρό düşman/duşmān

Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr