«Από την παιδική μου ηλικία πάνω στις ηλιοδερμένες ξέρες της παραλίας της πατρίδος μου, πηγαίνοντας στο ψάρεμα, άκουα με πολλή συγκίνηση το άσμα αυτό, το τόσο εκδηλωτικό της ζήλιας της αδελφικής στον μικρότερο, τον πολυχαϊδεμένο αδελφό», γράφει ο Γεώργιος Βαλαβάνης.
Πρόκειται πράγματι για ένα πολύ όμορφο τραγούδι, που απαντά σε διάφορες παραλλαγές στον ελλαδικό χώρο, με πιο διαδεδομένη εκείνη της Ηπείρου. Ο Βαλαβάνης, ωστόσο, εντόπισε παραλλαγές του και στη Σηλύβρια, την Κάρπαθο και τη Χάλκη.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του τραγουδιού, τα αδέλφια ξεκινούν για τον πόλεμο. Στο δρόμο συναντούν ένα πηγάδι (αναφερόμενο εδώ ως «λάκκο») και ρίχνουν κλήρο για το ποιος θα κατεβεί να αντλήσει νερό. Ο κλήρος πέφτει στον μικρότερο, που κατεβαίνει, αλλά τα αδέλφια του -από ζήλια- αρνούνται να τον βοηθήσουν να ανέβει. Η ιστορία θυμίζει τη βιβλική ιστορία του Ιωσήφ, που τα αδέλφια του έριξαν σε πηγάδι λόγω της ιδιαίτερης αδυναμίας που του έδειχνε ο πατέρας τους, Ιακώβ.
Η μελωδία του τραγουδιού είναι αργή και θρηνητική, θυμίζοντας μοιρολόι.