Το τραγούδι καταγράφηκε από τον Νικόλαο Κεσίσογλου, κάτοικο των Παλαιών Σφαγείων Αθηνών, ο οποίος το απήγγειλε στον Γεώργιο Βαλαβάνη. Συμπληρωματικά, ο Ελευθέριος Ελευθεριάδης, κάτοικος Καλλιθέας, του παρέδωσε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τη δομή του τραγουδιού. Σύμφωνα με τη δική του μαρτυρία, μετά τον στίχο «να ’χες και τον πατέρα σου», ακολουθούν οι παρακάτω στίχοι:
Εσένα πρέπει Ζαχαριά, π’ έχεις τα πέντ’ αδέλφια,
οι δυο να κλαίνε την αυγή κι οι τρεις το μεσημέρι.
Το τραγούδι εντάσσεται στο γαμήλιο ρεπερτόριο και εκτελείται στον ρυθμό του χορού «κoτσαγγέλι». Όπως παρατηρεί ο Βαλαβάνης, η εκτέλεσή του παρουσίαζε ιδιαίτερο χαρακτήρα: σε αντίθεση με τα υπόλοιπα γαμήλια τραγούδια—τα οποία είναι ήπια, μελωδικά και βραδύρυθμα—το παρόν τραγουδιόταν με ένταση, σχεδόν θορυβωδώς, σε πλήρη συμφωνία με την επαναλαμβανόμενη επωδό [τραλά μπουμ, μπουμ, μπουμ].
Ο ίδιος ο Βαλαβάνης εκφράζει την έκπληξή του για το εύρημα, παρατηρώντας πως το τραγούδι διατηρεί καθαρά κλέφτικο ύφος, γεμάτο πάθος, θάρρος και συγκίνηση. Η έρευνά του τον οδήγησε στον Καπετάν Ζαχαριά, τον ιστορικό Μανιάτη κλέφτη και αρματολό της προεπαναστατικής περιόδου, στον οποίο πιθανόν και αναφέρεται το τραγούδι. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως αυτό το ύφος και το περιεχόμενο—τυπικό της κλέφτικης ηρωικής ποίησης της Πελοποννήσου—κατάφερε να ταξιδέψει και να ριζώσει στην ακτή του Εύξεινου Πόντου, στην Κερασούντα, ενσωματωμένο μάλιστα στο τελετουργικό πλαίσιο του γάμου.
¹ Στην Κερασούντα υπήρχε ως οικογενειακό επίθετο το Εξάκουστος.