Ποιος είδε πράσινη δεντρί να ’χ’ ασημένι͜ον ρίζαν Μαλαματένια τα κλαδιά και σούρμα να ’χ’ τα φύλλα Όλ’ ανηβαίνουν και τρανούν τον ήλι͜ον πώς γυρίζει¹ Έπιασα ν’ ανεβώ κι εγώ σαν ανηβαίν’ ο κόσμος Σον ουρανόν εκοίταξα, λιθάριν κατηβαίνει -Λιθάρι μ’, μαυρολίθαρον μη κατηβαίνεις, κρού’ς με Κι ατό ’κατήβεν κι ηύρε με σ’ όλα τα πόνια μ’ πάνω Σεράντα χρόνους δούλεψα σου λιθαρί’ τον πόνον Κι άλλα σεράντα δούλεψα σ’ αγάπης τον καημόν
| Κείμενο | Επεξήγηση | Ετυμ. Ρίζα | Προέλευση |
|---|---|---|---|
| ανηβαίν’ | ανεβαίνει | ||
| ηύρε | βρήκε | ||
| ’κατήβεν | (εκατήβεν) κατέβηκε | ||
| κρού’ς | χτυπάς | κρούω | |
| λιθαρί’ | πέτρας | ||
| όλ’ | όλοι/α | ||
| πόνια | (ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους | ||
| σεράντα | σαράντα | ||
| σούρμα | χρυσόνημα | sırma<σύρμα, σύρω | |
| τρανούν | (ή αντρανούν) κοιτάζουν προσεκτικά, παρατηρούν | ἐντρανίζω |
| Κείμενο | Επεξήγηση | Ετυμ. Ρίζα | Προέλ. |
|---|---|---|---|
| ανηβαίν’ | ανεβαίνει | ||
| ηύρε | βρήκε | ||
| ’κατήβεν | (εκατήβεν) κατέβηκε | ||
| κρού’ς | χτυπάς | κρούω | |
| λιθαρί’ | πέτρας | ||
| όλ’ | όλοι/α | ||
| πόνια | (ονομ.) πόνοι, (αιτ.) πόνους | ||
| σεράντα | σαράντα | ||
| σούρμα | χρυσόνημα | sırma<σύρμα, σύρω | |
| τρανούν | (ή αντρανούν) κοιτάζουν προσεκτικά, παρατηρούν | ἐντρανίζω |
Το τραγούδι καταγράφηκε από τον 70χρονο Αχιλλέα Λεπτουργό, κάτοικο του συνοικισμού Βύρωνα της Αθήνας, ο οποίος το απήγγειλε στον Γεώργιο Βαλαβάνη. Κατά τον Βαλαβάνη, το τραγούδι φαίνεται να έχει πολύ παλιά προέλευση. Μια παραλλαγή των στίχων του καταγράφηκε και στη συλλογή του Ξανθόπουλου, ο οποίος καταγόταν από την Τραπεζούντα. Τα τελευταία χρόνια πριν από το 1922, το τραγουδούσαν στην Κερασούντα κατά το στόλισμα της νύφης. Σε παλαιότερες εποχές, όμως, το τραγούδι αυτό ήταν συνδεδεμένο με τα έθιμα του Κλήδονα. Τα κορίτσια το τραγουδούσαν το πρωί της 24ης Ιουνίου, ανήμερα του Αγίου Ιωάννη, όταν άνοιγαν το σφραγισμένο δοχείο με το ριζικό της καθεμιάς. Η μελωδία του είναι αργή και σχεδόν πένθιμη. ¹ Το «γύρισμα του ήλιου» ταυτίζεται με την ονομασία αε-Λιτρουπί’ ή αγιε-Λουτρουπί’, όπως αποκαλούσαν σε διάφορες περιοχές του Πόντου τη γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Κλήδονα, καθώς εκείνη την ημέρα ο ήλιος «τρέπεται» προς τον Ισημερινό. (Γεώργιος Ζερζελίδης, Ο ήλιος στα μνημεία λόγου της Άνω Ματσούκας)
