Ποντιακός Στίχος

Βιογραφικό

Γεώργιος Παντσερίδης
Ποντιακή Λύρα

Γεώργιος Παντσερίδης

Ημερομηνία Γέννησης1910

Απεβίωσε1972

expand_content
Ο Γεώργιος Παντσερίδης, γνωστός ως Παντσέρ’ ή Γιωρίκας, γεννήθηκε το 1910 στην Άγουρσα της Ματσούκας. Ορφανός από μικρή ηλικία, ήρθε στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών, συνοδευόμενος μόνο από τον μεγαλύτερο αδερφό του, Νίκο. Οι δυο τους εγκαταστάθηκαν αρχικά στη Θεσσαλονίκη και, λίγο αργότερα, στα Ανάβρυτα Γρεβενών (παλαιότερα Βράστυνο), ένα χωριό που κατοικούνταν μέχρι τότε από μουσουλμάνους. Από αφηγήσεις του γιου του, Στάθη Παντσερίδη, μαθαίνουμε ότι ο Γιωρίκας είχε ξεχωριστό ταλέντο στη λύρα ήδη από τα παιδικά του χρόνια στην πατρίδα. Μάλιστα, αφηγείται πως είχε φτάσει να παίζει ακόμα και σε χαρέμια πασάδων, όπου οι λυράρηδες ήταν υποχρεωμένοι να έχουν δεμένα τα μάτια τους με μαντίλι, για να μη βλέπουν τις γυναίκες. Ο νεαρός Παντσέρ’, ωστόσο, απαλλάχθηκε από αυτόν τον περιορισμό χάρη στο νεαρό της ηλικίας του και στο ταλέντο του, αποκτώντας έτσι εμπειρίες από πρώτο χέρι για τα μουσικά και κοινωνικά ήθη της εποχής. Στα Ανάβρυτα, ο Παντσέρ’ έγινε κεντρική μορφή της τοπικής κοινωνίας. Από τον πρώτο του γάμο απέκτησε τρία παιδιά, ενώ από τον δεύτερο έναν γιο, τον Στάθη Παντσερίδη. Η φήμη του ως λυράρη εξαπλώθηκε σε όλη την περιοχή· ήταν ο άνθρωπος που όλοι ζητούσαν για τους γάμους και τα πανηγύρια. Οι μερακλήδες ξημέρωναν μαζί του και δεν θεωρούσαν επιτυχημένο το γλέντι αν δεν έπαιζε εκείνος. Τα γλέντια τότε κρατούσαν μέρες και όχι ώρες, και στο επίκεντρό τους βρισκόταν ο λυράρης. Ο Παντσέρ’ ξεχώριζε για το μεράκι και την αντοχή του, που συχνά ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα όρια. Ο ιδιαίτερος σκοπός του, «το μακρύν η καϊτέ», αποδιδόταν με μοναδική δεξιοτεχνία, τόσο με τη λύρα όσο και με τη φωνή του. Ήταν αυτός που, όπως έλεγαν οι ντόπιοι, «εσ̌ολίκευεν» (ψυχαγωγούσε) τους μερακλήδες: «Το Βράστυνον το Βράστυνον εγομώθεν μερμήκας, ατά πα εσ̌ολίκευεν ο Παντσέρτς ο Γιωρίκας» Χαρακτηριστικός ήταν και ο αυτοσαρκαστικός του στίχος: «Εμέν Γιωρίκα λέγ’νε με και ας σοι Παντσεράντας, χωρίς εμέν ’κι ’ίν’ντανε σουμάδι͜α και χαράντας» Ο Παντσέρ’ έπαιζε με την ίδια λύρα που, όπως πιστεύεται, είχε φέρει από τον Πόντο. Ήταν τόσο παλιά, που στη «γραβάτα» της είχαν σχηματιστεί λακκούβες από τα δάχτυλά του. Το βράδυ πριν τον θάνατό του, είπε στη γυναίκα του ότι, όταν πεθάνει, θέλει να τον θάψουν με τη λύρα του, γιατί θα συνεχίσει να παίζει και «εκεί που θα πάει». Πράγματι, έφυγε από τη ζωή την επόμενη ημέρα, σε ηλικία 62 ετών, με γαλήνια ψυχή. Μοναδικό ηχητικό τεκμήριο που μας σώζεται από τον ίδιο τον Παντσέρ’ είναι μια οικιακή ηχογράφηση που πραγματοποιήθηκε γύρω στο 1968 στο σπίτι του στα Ανάβρυτα, στην οποία παίζει και τραγουδά: «Πού είσαι και ’κι φαίνεσαι Γιωρίκα Παντσερίδη, αραεύ’νε σε οι χωριανοί σ’, οι συγγενοί σ’ κι οι φίλοι» Ο μεγαλύτερος γιος του, Απόστολος Παντσερίδης, γεννήθηκε στα Ανάβρυτα το 1938. Μεγάλωσε στα ίδια γλέντια και μαθήτευσε κοντά στον πατέρα του, γνωρίζοντας από κοντά όλη την πρώτη γενιά λυράρηδων των Γρεβενών. Θυμάται τις συναντήσεις με τον Ηρακλή Κολοθά (1916–1983), τον Κώστα Χρυσοστομίδη (1911–) και τον Κώστα Καστανίδη (1916–1992). Η λύρα περνούσε από χέρι σε χέρι και τα γλέντια διαρκούσαν μέρες ολόκληρες, ειδικά τους χειμερινούς μήνες, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα μοναδική, βαθιά ριζωμένη στην ποντιακή παράδοση.



Ποντιακός Στίχος - Pontian Lyrics 2025

Τραγούδια: 9784 | Albums/Singles: 1811 | Συντελεστές: 2044 | Λήμματα: 16267
Επικοινωνία: infoDUMMY@pontianlyrics.gr